Κοσμοθέαση και κοσμοπολιτική θρησκεία

Ο άνθρωπος από τότε που απέκτησε την δύναμη τής συνειδήσεως και ακόμα περισσότερο την συ­νείδηση τού ότι έχει συνείδηση και ικανότητα δημιουργίας και αναπτύξεως πολιτισμού, απέκτησε ορισμένες «ατελεύ­τη­τες;» εμμονές και συνειδητο­ποίησε την φθαρτότητα και θνησιμότητά του.

Δεν εί­ναι μόνο η εξ­α­σ­φάλιση των πρώ­των αναγκών τροφής, στέγης, ρου­χι­σμού, διατηρή­σε­ως της υγείας και της διαιωνίσε­ως του είδους, αλλά και:

  1. Η αγωνία, η εξιχνίαση και η γνώση του αγ­νώ­σ­του και ειδικά του μέλλοντος· τί κρύβει το άγνωστο και τί του επιφυλάσσει το μέλ­λον μαζί με την ανικανό­τητά του να γνωρίσει και να καταλάβει, εντός του συντόμου χρονικού διαστή­ματος της ενεργής ζωής του, τι ακριβώς συμβαίνει με όσα πράγ­μα­τα από τον περίγυρό του τού κινούν το ενδιαφέρον, προτού απέλθει ανικανοποίητος από την σύντομη ζωή του.
  2. Τί είναι ο θά­να­τος· είναι άραγε το τέρμα της υπάρξεώς του ή υπάρχει κά­ποια συ­νέχεια· αφού δεν μπορεί να έχει αθάνατη ζωή εδώ στη γη τότε μήπως μπο­ρεί να απο­κτήσει την πολυπόθητη αθανασία μετά τον θάνατο.
  3. Η αναζήτηση των απαντήσεων στις μετα­φυσικές ερωτήσεις τύπου: ποιός εί­ναι, τί σκοπό έχει, από πού ήλθε και πού πά­ει, κ.λπ.

Όλα αυτά τα ερωτήματα και στοιχεία μαζί με τις διάφορες απαντήσεις που τους εδό­θησαν κατά τόπους και εποχές έπαιξαν και παίζουν έναν τεράστιο ρόλο στην ψυ­χο­λο­γία και στην κουλτούρα όλων των ανθ­ρώπων. Π.χ., ένας σκεπτικιστής στο ερώτημα τί σκοπό έχει η ζωή του ανθρώπου απάντησε ως εξής: «Δεν ξέρω αν και τι σκοπό έχει η ζωή του ανθρώπου, αλλά αφού υπάρχομε καλό είναι να ζήσομε αυτή την ζωή κατά τον καλλίτερο δυνατό τρόπο!».

Οι θρησκείες λοιπόν έρχονται να μας πούνε ότι έχουν απαντήσεις σε όλα αυτά τα μεταφυσικά ερωτήματα. Πολλές ακόμα λένε ότι έχουν απαντήσεις όχι μόνο στα με­ταφυσικά, αλλά και στα φυσικά ερωτήματα και στο πως μπορούμε να καλύψομε τις φυ­σικές ανάγκες μας. Ακόμα ισχυρίζονται ότι «δίνουν» πλήρεις λύσεις όχι μόνο σε όλα τα προβλήματα υγείας της φυσικής ζωής του ανθρώπου αλλά και στην εμμονή του για να αποκτήσει την αθανασία. Η κάθε θρησκεία δίνει τις απαντήσεις της και τις επι­βάλλει με τον δικό της τρό­πο. Εκτός από τις απαντήσεις, αυτός ο τρόπος, στις πιο πολλές περιπτώσεις, είναι τόσο καθοριστικός για την εξέλιξη και τον τρόπο ζωής της κοινωνίας στην οποία απευθύνεται, ώστε να μην ημ­πορεί να αγνοηθεί.

Έτσι μεταξύ των θρησκειών εμφανίστηκαν και οι καταστροφικές θρη­­σκείες. Αυ­τές είναι οι θρησκείες εκείνες οι οποίες εκμεταλλευόμενες την επιθυμία και την αναζήτηση του ανθρώ­που για απαντή­σεις προς τα ανωτέρω ερω­τή­ματα και την τε­ρά­στια προσπάθειά του προς επίλυση των αναγκών του μαζί με την πα­ρεπό­μενη ψυχο­λογία που όλα αυτά δημιουργούν, επι­βάλλουν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο τις δογματικές απαντή­σεις τους, καπε­λώ­νουν τον άνθρωπο και τον εξα­θλι­ώ­νουν παντοιο­τρό­πως. Το μόνο που τις ενδιαφέ­ρει είναι το ίδιον συμφέρον, ό,τι κι’ αν είναι αυτό όσο διεστραμ­μένο και παράλογο. Διά τούτο θέτουν ως δόγμα τους ότι: «όποιος δεν εί­ναι μαζί τους τότε αυτομάτως είναι εναντίον τους». Αυτές οι θρησκείες είναι κυρίως οι κοσμοπολι­τι­κές θρησ­κεί­ες, εν αν­τι­θέσει προς τις παραδοσι­ακές, με κύρια παρα­δείγ­ματα τον Χρι­σ­τιανισμό και τον Μου­σουλ­μα­νισ­μό, χωρίς βε­βαίως να λησμονούμε τα Γιαχβιστικά μορφώματα του Εβραιο-Ιουδαϊσμού από: τους Ησαΐ­ες (τέσσερις), τον Ιε­ρεμία, τον νεαρό βασιλέα Ιωσία με το λευιτογιαχβικό ιερα­τείο του, τον Ωσηέ, τον ιε­ρέα Έσ­δρα με τον γραμματέα Νεεμία, εν τινι μέτρω τον Ζωροα­σ­τρι­κό δυϊσμό, κ.ά.

Δεν θα καταπιαστούμε εδώ με το να παρουσιάσομε μια πλήρη σύγκριση μετα­ξύ κοσ­μοπολιτικών και παραδοσιακών θρησκειών. Αυτό αποτελεί ένα πολύ μεγάλο και επί­πονο έργο. Θα αρκεστούμε μόνο στο να πούμε τα εξής: Κοσμοπολιτική είναι η θρη­σκεία η οποία συνελήφθη και φτιάχτηκε ως νέα ιδέα ή αίρεση άλλης θρησκείας από ολίγα άτομα τα οποία έπαιξαν συγκεκριμένο ρόλο στην τεχνητή δημιουργία της και η οποία ξε­κι­νώντας από ολίγα καθορισμένα γεωγραφικά σημεία τε­λικά επαν­δ­ρώ­θηκε, ανα­πτύχθηκε και ουσιαστικά έλαβε την τελική μορφή της σε γκέτος μεγαλου­πόλεων, εν μέσω αντι­φατικών και νοσηρών κατασ­τάσεων. Μια τέτοια θρησκεία θέτει ως σκο­πό της την απανταχού εξάπλωσή της, την υποδούλωση ολο­κ­λήρου τους κρά­τους εν­τός του οποίου ευρίσκεται υπό την κυ­ριαρχία της και την διά παντός μέσου επιβολή της δικής της άκαμπτης, ανεξέλικτης και καταστροφικής κουλτούρας. Διά τούτο δεν διστάζει να καταστρέψει τον ήδη υπάρχοντα πολιτισμό μαζί με όλα τα κα­λά και χρήσιμα επιτεύγματά του. Αλλιώς, ως στατική και από­λυ­τα δογματική θρησ­κεία δεν έχει κα­μιά προοπτική για αναδη­μι­ουργία και δι­αι­ώνιση. Την ενδιαφέρει το ανεπι­βε­βαίωτο μέλλον αναλώνεται με αυτό και διά τούτο συνε­χώς προφη­τεύ­ει. Με­ταξύ των μέσων που χρησι­μοποιεί προς επίτευξη των σκοπών της είναι ο φόβος, το ψεύδος, ο παραλογισμός και η βία.

Εν αντιθέ­σει, η παραδοσιακή θρη­σκεία δημιουργήθηκε και αναπ­τύχ­θηκε στην ελεύθερη ύπαι­θ­ρο κατ’ ευ­θείαν και αυθόρμητα από τον ψυχισμό, την αντίληψη ηθι­κής και αισθητικής των ατό­μων μιας ομάδας υπό την επίδραση της γενικής φυσικής νομοτέλειας, του εκεί περιβάλλον­τος, της εκεί υπάρ­χου­σας ιδιαίτερης φυ­σι­κής κατα­στάσεως, των εκεί αναγκών και των συνθηκών εργασίας. Αυτή πέραν του ορατού και του απωτέρου μέλλοντος αντιμετω­πί­ζει άμεσα το πα­ρόν, όπισ­θεν του οποίου υπάρ­χει ο άχρονος μύ­θος ο οποίος στα αρχικά στάδια με­ταφέρει την συσσωρευόμενη γνώ­ση και αντίληψη με διάφορες ει­κόνες, παρομοιώ­σεις, μεταφορές, και διδακτικές αφηγή­σεις, χωρίς να αποκλείει τις συν τω χρόνω επι­στημονικές ανακαλύψεις και δια­τυπώ­σεις τις οποίες μάλιστα και καλωσορίζει. Πρό­κειται για φυσική θρησκεία ή καλλίτερα κοσμο­θέαση και όχι για ξαφνική δημιουργία επειδή έτ­σι το θέλησε ξαφνικά κάποιος εξω­συμ­παντικός και αποκαλυπτικός θεός. Οι θεοί της είναι ενδοσυμπαντικοί, δημι­ουργήματα του σύμπαντος, και εκπρο­σωπούν ή προσωπο­ποι­ούν τις φυσικές οντότη­τες, ιδιότητες και δυ­νά­μεις οι οποίες τε­λούν κάτω από τον φυσικό νόμο της συνεχούς εξελικτικής βελτιώσεως. Ως δυ­να­μική θρησκεία εκτός του ότι δημι­ουρ­γεί πολυποί­κι­λες μορφές και προωθεί την ανά­π­τυξη πο­λι­τισμού, έχει την ιδιό­τη­τα να ανα­πλά­θε­ται και να εξε­λίσσεται κάτω από τις συνε­χείς προόδους της συ­νει­δήσεως, της γνώσεως και του πολιτισμού. Δεν θέτει ως σκοπό της την μονα­δική επι­κρά­τη­σή της και την απόλυτη δογματι­κό­τη­τά της, πράγματα που ου­δέπο­τε την απασ­χολούν.

Μετά ταύτα, τα φαινόμενα δεικνύουν ότι, από τότε που ο άνθρωπος απέκτησε συν­είδηση η Ιστορία κινείται όπως ένα φύλλο χαρτιού που πέφτει εντός του αέρος υπό την επί­δρα­ση της βαρύτητας. Πάει δεξιά, αριστερά, πάνω, κάτω, κάνει κύκλους, ανα­κυκλώσεις, ευθείες πτώσεις, κ.ο.κ. Έτσι λοιπόν η ιστορία του ανθρώπου είναι γεμάτη με διάφορα διαδοχικά διαστήματα, ακμής και προόδου, παρακμής και δυ­στυ­χημάτων, κ.λπ.

Κατά την εκτίμηση πολλών μεγά­λων ερευνητών όπως και τη δική μας, το με­­γαλύτερο δυστύχημα που έγινε ποτέ στην ιστορία ήταν η επι­κρά­τηση του Χριστιανι­σ­μού, επειδή έτσι το θέλησε ο διεφθαρ­μέ­νος και εγκληματικός Ρωμαίος αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος στις αρχές του τετάρτου αιώνα Κοινής Επο­χής (Κ. Ε.). Οι συνέπειες αυτού του δυσ­τυχή­ματος ήταν τρομακτικά καταστροφικές για κά­θε έκφανση και δρα­στηριότητα βί­ου και πολιτισμού από τότε μέχρι σήμερα και όπως φαίνεται θα συν­εχί­σουν ούτως ακόμη επί μακ­ρόν. Η οπι­σθοδρόμηση που επήλθε σε κάθε εκδήλωση ζω­ής και τομέα πολιτισμού ήταν πέ­ραν πάσης προβλέψεως. Η δυστυχία που προέκυψε ήταν τρομακ­τική. Η λέξη «με­σαίων», «μεσαίωνας» για την επακολουθήσασα υπερχι­λιετή εποχή παρακμής, αγραμματοσύνης, δεισιδαιμονίας και σκοταδισμού έχει μείνει ήδη από πολύ καιρό παροιμιώδης. Δεύτερο μεγάλο δυστύ­χη­μα ήταν η δη­μιουργία και εξ­άπλωση τού Μουσουλμανισ­μού, ο οποί­ος και πάλι παρή­χθη ως νέα Εβραιοχριστια­νική αίρεση με νέο πρόγραμμα. Η ανθρω­πότητα ύστε­ρα από πολλούς αι­ώνες αγώνων και αί­ματος φαίνεται να προσ­παθεί να εξέλθει απ’ αυτή την κατά­σταση. Αλλά ακόμα φαίνεται να προσπαθεί, όχι όμως και ότι εξήλ­θε!

Η αναπηρία της ανθρωπότητος ήταν τόσο παραλυτική ώστε ακόμα και σήμε­ρα παρά τις προ­ό­δους της φιλοσοφίας, της επιστήμης και της τεχνο­λογίας, και παρά τις τόσες διδαχές του παρελθόντος και της ιστορίας, και παρά τις τόσες μεγάλες προ­σπά­θειες μεγάλων διαφωτιστών, ανθρωπιστών και ευεργετών, ακό­μα δεν είναι σε θέ­ση να θέσει ένα θετικό τέρμα σ’ αυτή την ιστορική ατυχία. Σ’ αυτό το πρό­β­λημα κα­θοριστικό ρόλο παίζουν και τα υπάρχοντα κοινωνικά, πολιτικά και οικο­νο­μικά συσ­τή­ματα τα οποία δεν επιθυμούν ανθρώπους μορφωμένους με γνώση, σκέψη, κρί­ση, κλπ, αλλά υποτελείς υπηκόους ή καλλίτερα εν τοις πράγμασι δούλους και ρομπότς. Στα υπάρχον­τα συστήματα συμ­φέ­ρει να έχουν και να διατηρούν άτομα τα οποία κατά συντριπτική πλειοψηφία είναι αφιλοσόφητα και προβατο­ποι­ημένα και τα οποία αιω­ρούνται μέσα σε μια συνεχή ανασφάλεια μεταξύ πάτου και κορυφής, αναλώνονται σε ένα συνε­χές κυ­νήγι των προς το ζην, έχουν στόχους διάφορες απα­τη­λές, ή ανόητες ή καταστρο­φι­κές επιδιώξεις και οι ελ­πί­δες των παραμένουν συνεχώς φρούδες.

***

Ένα πλήρες έργο το οποίο απογυμνώνει τις τρεις κύριες κοσμοπολιτικές θρησκείες σε κάθε σημαντική λε­πτομέρεια απαιτεί χωρίς υπερβολή πολλές δεκάδες ή και εκατοντάδες μεγάλων τό­μων. Εξαρτάται από το πόσο θέλει να επεκταθεί κανείς. Πλην όμως για μια καλή απομυθοποίηση και απόρριψη αυτής της λαίλαπας αρκεί η μελέτη της Βίβλου, μερι­κών Πατέρων, της αμερόληπτης Ιστο­ρίας και μερικών καλών συγγραμμάτων από την βιβλιογραφία που παραθέτομε.

Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, η παιδεία που παρέχεται στο δημοτικό, γυμνά­σιο, λύκειο, σε πολλές περιπτώσεις και στο πανεπιστήμιο είναι κατάλληλα μεθο­δευ­μένη, μεροληπτική, διαστρεβλωμένη, ειδικά επιλεγμένη και πολλά­κις ψευ­δής που τε­λικό στόχο έχει να καταντά τα νέα παιδιά θρη­σ­κό­λη­πτους Χριστιανούς με ελλιπέ­σ­τα­τη γνώση γι’ αυτή τη θρησκεία και την ιστορίας της και μέσα σε μια πλήρως αντιφα­τική ζωή. Η εγκε­φα­λι­κή αγ­κύ­λω­ση που προκα­λεί στα νέα, ανώρι­μα και αμαθή παι­διά εί­ναι τόσο ισχυρή ώστε, τις πιο πολλές φορές, δεν εί­ναι πλέον σε θέση να δεχτούν ή να κα­ταλάβουν τί­ποτα πέραν της χριστιανικής μυ­θο­λογίας και προπαγάνδας. Ακό­μα και τις πιο εμφα­νείς παρα­βιά­σεις της απλής λογικής και του κοινού νου ή τις πιο κα­τα­σ­τροφικές για τη ζωή επιταγές δεν είναι σε θέση ούτε να ιδούν ούτε να δι­ορ­θώ­­σουν! Ακόμα και αν ποτέ ιδούν κάτι δεν θέλουν να το παρα­δεχθούν και αλλάζουν την κου­βέν­τα! Στο τέλος-τέλος λένε: εμείς τα πιστεύομε αυτά επει­δή έτσι μας αρέσει. Μα τους λες: καταργείτε την λογική, την επιστήμη, τα γεγονότα; Και σου απαντούν: δεν θέλομε να συζητάμε μαζί σου! Κύριε τάδε: αφού φωνασκείς ότι αυτά σου αρέσουν και τα πιστεύεις, τότε γιατί δεν κάνεις και την ζωή σου σύμφωνη με αυ­τά; Γιατί άλλα λες και άλλα πράττεις και δεν θέλεις να ‘δείς αυτή την ηχηρή αντίφαση; Γιατί δεν εξετάζεις τί τρέχει;

Η χριστιανική εκκλησία ήταν πάντοτε παρασιτική, παράλογη, υπερβολική και αντιδραστική. Μυθώδη πλούτη στα χέρια της, αρχής γενομένης από τον ίδιο τον φαύ­λο Κωνσταντίνο που της έδωσε τα πάντα, ήταν αδρανή ή εχρησιμοποιούντο αν­τι­πα­ραγωγικά, εκτός πολύ ολίγων εξαιρέσεων. Η θρησκεία που διεκήρυττε, αν την δούμε ολικά απ’ όλες τις πλευρές της, ήταν καταστροφική. Πολλές επιταγές και εν­το­λές που έδινε και επέβαλε ήταν καταστροφικές τόσο για το άτομο ως μονάδα όσο και για την κοινωνία ως σύνολο. Η παιδεία και η μόρφωση που προέκυψαν από τότε μέχ­ρι σήμε­ρα είναι τόσο αντιφατικές που καταντούν πρόξενοι σχιζοφρενείας και πολλών νευ­ρωσιακών και άλλων παθήσεων σε πολλά άτομα.

Ακόμα και σήμερα, οι εκκλησιαστικές και παραεκκλησιαστικές οργανώσεις, τα κατηχητικά σχο­λεία καθώς και τα μοναστήρια οργιάζουν ασταμάτητα καταβροχθί­ζοντας και αποβλακώνοντας πολλούς νέ­ους και νέες, στε­ρώντας έτσι τον δημόσιο βίο από τις ανεκτίμητες υπηρεσίες τους. Οι νέοι και οι νέες στα δίχτυα αυτών των οργα­νώσεων καθίστανται ουσιαστικά ζωντανοί νεκροί που έχουν ταχθεί στο να πε­ρι­μέ­νουν την ώρα που θα αποδημήσουν εις Κύριον και να κερδίσουν «την αιώνιον ζωήν». Μέχρι τότε ασχολούνται κυρίως με προ­σευ­χές, νηστείες και χρι­στιανικά κηρύγματα, πέραν ορισμένων υποτυπωδών ασ­χολιών για τα προς το ζην και ολίγες αγαθοεργίες οι οποίες δεν λύουν κανένα κοι­νω­νικό πρόβλημα!

Ενώ μέσα στους καθοδηγητές, κληρικούς, προπαγανδιστές, κ.λπ., των διαφό­ρων οργανωμένων θρησκειών υπάρχουν πολλοί σκόπιμοι απατεώνες, υστερόβουλοι, συμφε­ροντολόγοι, κακόβουλοι, κ.λπ., πρέπει να πούμε ότι κατά μέγα μέρος το χρι­στιανι­κό, μουσουλμανικό, κ.λπ., λαϊκό πλήθος, «ποίμνιον προβάτων», δεν αποτελείται από απα­τεώνες και κα­κεντ­ρεχείς ανθρώπους. Οι άνθρωποι αυτοί απλώς συνεχίζουν να πισ­τεύουν ανεξέταστα αυτά που έχουν διδαχθεί, τους έχουν πει ή τους έχουν επι­βάλλει ως αλήθεια από την βρεφική μέχρι την ώριμη ηλικία. Είναι και αυτοί θύματα απάτης, πλύσεως εγκε­φάλου, ψυχολογικού ενίοτε και φυσικού πειθαναγκασμού, αγ­νοίας, ψυχολογίας της μάζας, αθλιότητας, υπερβολικού μόχθου, κλπ. που δεν έχουν την θέληση, την προθυ­μία, την μόρφωση, την ενέργεια, τον χρόνο, κλπ., για να μελε­τήσουν εις μήκος και πλάτος και να ελέγ­ξουν τα βιβλία και την ιστορία της πίστεώς τους. Καταντούν τόσο απλοϊκοί που το σύνηθες επιχείρημά τους είναι ότι, αφού έτσι πιστεύουν οι πιο πολ­λοί έτσι πρέπει να είναι και η αλήθεια! Επίσης είναι τόσο αδαείς που κάνουν το λάθος να ταυτίζουν την πίστη σε θεό με την πίστη στον δικό τους θεό. Ο Θεϊσμός δεν είναι ούτε Χριστιανισ­μός, ούτε Μουσουλμανισ­μός, ούτε Ιουδαϊσμός, κ.λπ. Για τους πε­ρισσοτέρους, μια ολοκληρωμένη μετεκπαίδευση αρκεί για να ιδούν πως όντως έχουν πράγματα.

Πρέπει να σταματήσει αυτός ο ξέ­φρενος παραλογισμός, ο οποίος όχι μόνο συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, αλλά και έχει λάβει ανησυχητική άνοδο παγκοσμίως. Εις δε την Ελλάδα τα πράγματα πήραν πολύ άσχημη τρο­πή και πρέπει όλοι να αντιδρά­σουν σ’ αυτό το αυτοκαταστροφικό ξεχαρ­βά­λωμα. Ο Ελληνισμός κινδυνεύει από άμεση εξάλειψη.

***

Στην ανατολή το 21ου αιώνα, ο ευρωπαϊκός ανθρωπισμός, σύγχρονος διάδο­χος τού ελληνικού πνεύματος και φορέας της προμηθεϊκής φλόγας, βρίσκεται και πά­λι αντι­μέ­τω­πος με τον προαιώνιο εχθρό, τις δυνάμεις του σκοταδισμού, που αυτή την φορά με όπλο το θρησκευτικό φανατισμό του ισλαμικού κόσμου, προσπαθεί να αιμα­το­κυ­λίσει την ανθρω­πότητα. Αλλά ας μη γελιόμαστε! Οι δυνάμεις του σκοταδισμού δεν εί­ναι αποκλεισ­τικό προνόμιο της ισλαμικής αίρεσης του Εβραιογνωστικοχριστια­νισμού και βέ­βαια, δεν είναι τώ­ρα, ούτε ήταν ποτέ κάτι το υπερφυσικό. Είναι στυγνοί υπολο­γι­σ­τές που εκμεταλλεύονται την πα­νάρχαια αδυναμία της ανθ­ρώπινης φύσης, την πί­στη, για να πετύχουν τα δικά τους συμφέροντα. Τα τυφλωμένα και φανατισμέ­να στί­φη αψη­φούν τον θάνατο και μάλιστα ο θάνατος στο όνομα της πίστης είναι το ύψιστο αγαθό σ’ αυτόν τον «μάταιο» κόσμο. Έτσι δεν τον φοβούνται και δεν τον λο­γαριάζουν.

Η μόνη άμυνα απέναντι σε τέτοιο φο­νικό παραλογισμό είναι ο καθαρός νους, η λογική, που σαν κοφτερή λεπίδα ξεχωρίζει την αλήθεια από το ψέμα, και ξεμπ­ρο­σ­τιάζει τους εκμεταλλευτές της πίστης. Μπορεί εμείς οι σημερινοί «πολιτισμένοι» να περιπαίζο­με την αμάθεια του ισλαμικού κόσμου, αλλ’ ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Είμαστε όλοι ένοχοι της προδοσίας του ελλη­νι­κού πνεύματος. Ο Δι­ογέ­νης Λαέρτιος αναφέρει ότι, όταν ο ναι και όχι ιδεαλιστής Πλάτωνας είπε σε μα­θη­τές του πως θα επιθυμούσε να μαζέψει όλα τα βιβλία του υλιστή Δημοκρίτου και να τα κάψει, αυτοί του απάν­τησαν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν ανθρωπίνως αδύνατο, μιας και ο Δη­μό­κριτος ήταν όχι μόνο πο­λυγραφό­τατος αλλά και τα γραπτά του ήταν τόσο δη­μο­φιλή, που τ’ αντίγραφα που υπήρχαν σ’ όλες τις βιβλιοθήκες του τότε κόσμου ήταν «αμέτ­ρη­τα». (Loeb Classical Library, Diogenes Laertius IX, 40.).

Κι όμως, την «ανθ­ρω­πίνως αδύνατη» επιθυμία αυτή του Πλάτωνα την εξεπλή­ρω­σαν μερικούς αιώνες αργότερα οι «θεοφόροι πατέρες» της χριστιανικής εκκ­λησίας –πολ­λοί των οποίων ήταν Έλληνες το γένος, μα ανθέλληνες την ψυχήν–, οι «προσ­τά­τες των ελληνικών γραμμάτων», και «φω­στήρες» της υφηλίου, υποκι­νη­μέ­νοι από έναν από τους μεγα­λύ­τερους εμπόρους των λαών, τον «μέγα» και «ισαπόστο­λο» Ρω­μαίο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο! Αποτέλεσμα, η ατο­μική θεωρία και τα πα­ράγωγά της (π. χ., χημεία, ατομική φυσική, κλπ.) να χαθούν για δεκαπέντε αιώνες. Αυτό το συμβάν εί­ναι ένα πολύ μικρό παράδειγμα από τα αμέτρητα παραδείγματα τής δύνα­μης των σκοταδισ­τών.

Στην προκειμένη πραγματεία, ο συγγραφέας πέραν του εβραιογνωστικοχρισ­τιανικού σκο­ταδισμού ξεμπροστιάζει και τον ντόπιο σκοταδι­σμό, που αν και πληγώ­θηκε από τις δυ­νά­μεις του νεοελληνικού διαφωτισμού, κατάφερε από τα μέσα του 19ου αιώνα, σιγά-σιγά να κυριαρχήσει στην ελληνική κοινωνία με τη μορφή του λε­γομέ­νου «Ελ­ληνοχρι­στι­α­νισ­μού», ενός ψεύτικου κατασκευάσματος τόσον οξυμώρου όσο και ο όρος που το περιγράφει. Όπως αποκαλύπτει η συστηματική αυτή μελέ­τη, από έναν επιστήμονα που εμβάθυνε όχι μόνο στην ιστορία αλλά και στα –κανονι­κά και μη– ιερά κείμενα της ορθοδόξου και μη χριστιανικής εκκλησίας, τα ψεύδη και τα εγκλή­ματα για τα οποία οι φο­ρείς της χριστιανικής θρησ­κεί­ας ευθύνον­ται τόσο στον τόπο μας όσο και σ’ ολόκληρη την οικουμένη δεν υστερούν σε τίποτε από τα σύγχρονα εγ­κλήματα κα­τά της ανθρω­πό­τη­τας για τα οποία ευθύνεται ο κατά 600 χρό­νια νεώτερος ισλαμικός φανατισμός. Μάλλον τα υπερβαί­νουν.

Ο σύγχρονος Έλληνας όπως και σε κάθε άνθρωπος πρέπει να αφυπνιστεί και να αρπάξει την προμηθεϊκή φλό­γα για να βοηθήσει σε μια ανάσταση του πραγμα­τι­κού, ανό­θευ­του ελληνικού πνεύ­ματος, του μόνου πολιτι­σμού που σ’ όλη την ιστορία της ανθρώπινης περιπέτειας κα­τάφερε να φτάσει τόσο κοντά στο ιδανικό του ελεύθερου ανθρώπου, του πολιτισμού, που γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, δεν είχε, ούτε έχει καμιά απολύτως ανάγκη για «παν­τρειά» με τα χριστιανικά συνονθυλεύματα του Ιησού και του Παύλου, και των αγρίων δολο­φόνων της Υπατίας.

Ιωάννης Νεοκλής Φιλάδελφος Μ. Ρούσσος