Το «Κατά Μάρκον» στον Σιναϊτικό Κώδικα και σύγκριση με το μεταγενέστερο και επίσημο κείμενο των «Γραφών»

Σιναϊτικός ΚώδικαςΗ δημοσίευση στο Διαδίκτυο του Σιναϊτικού Κώδικα, που είναι ένα από τα πλέον πρώιμα χειρόγραφα που βρέθηκε και που περιλαμβάνει την Αγία Γραφή, μας δίδει απ’ ευθείας την δυνατότητα να συγκρίνουμε τις αλλαγές και τις προσθήκες στα μεταγενέστερα αντίγραφα, και να παρακολουθήσουμε πως ολοκληρώθηκε σιγά σιγά, από αντιγραφή σε αντιγραφή, αυτός ο μύθος, αλλά μας εντείνει τις υποψίες ότι ήδη και σε αυτόν ενδεχομένως να έχουν γίνει αλλαγές και προσθήκες που δεν μπορούμε να φανταστούμε.

Ο Σιναϊτικός Κώδικας που γράφτηκε μεταξύ του 325 και του 360, παρουσιάζεται ολόκληρος στην ιστοσελίδα codexsinaiticus.org και μπορεί να μελετηθεί με ευχέρεια.

Εδώ, θα δούμε το “Κατά Μάρκον”, διότι θεωρείται από τους περισσότερους μελετητές ότι είναι το παλαιότερο από τα συνοπτικά και μάλλον από όλα τα ευαγγέλια, και θα το συγκρίνουμε με την επίσημη εκδοχή του που βρίσκεται στην Αποστολική Διακονία.

Το εντυπωσιακότερο εύρημα είναι ότι όπως και οι κώδικες του Βατικανού και της Αλεξανδρείας το “Κατά Μάρκον” του Σιναϊτικού Kώδικα, τελειώνει στο 16:8, όταν οι γυναίκες βρίσκουν έναν άδειο τάφο και έναν νέο που λέει ότι ο Ιησούς δεν είναι εκεί -“ηγέρθη”, όχι “ανέστη”- και φεύγουν έντρομες, μη λέγοντας σε κανέναν τίποτα.

Τα αναφερόμενα στις επισκέψεις του “αναστάντος” Ιησού το “πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται” και η “ανάληψή” του, προστέθηκαν μεταγενέστερα.

Μερικά ενδιαφέροντα τέτοια σημεία που αξίζουν σημείωσης και δείχνουν και συγκεκριμένες ιδεολογικές κατευθύνσεις των αντιγραφέων είναι τα παρακάτω:

Στην περίφημη προφητεία του Ιησού για την ανάστασή του στο 10:34 το μετα τριϲ ημεραϲ αναϲτηϲεται” μετεγράφη από τους μεταγενέστερους ως τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ αναϲτηϲεται” για προφανείς λόγους. Μέτρησαν τις ώρες και δεν έβγαινε αληθής η προφητεία ως μετά τρεις ημέρες, αλλά ως την τρίτη ημέρα ίσως κάτι γινόταν. Η ίδια παραποίηση ακριβώς στο 9:31.

Στο σημείο που ο Ιούδας με τους Γραμματείς κανονίζουν τα της προδοσίας στο 14:11 “οι δε ακουϲαντεϲ εχαρηϲαν και απηγγιλαντο αυτω αργυριον δουναι”, αντιγράφτηκε σαν “αργύρια” για να δηλώσει πόσο αργυρώνητος ήταν ο Ιούδας και ότι το κίνητρό του ήταν ιδιαίτερα ποταπό, που με ένα αργύριο μόνο ή αργύριο, αδιάφορα δεν το τόνιζε όπως θα το ήθελαν.

Στο 13:10 το “και ειϲ παντα τα εθνη πρωτον λαον δει κηρυχθηναι το ευαγγελιον” μετεγγράφηκε για ευνόητους λόγους, όταν αποφάσισαν ότι εκτός Ιουδαίας ήταν το “ζουμί” σε “και ειϲ παντα τα εθνη δεῖ πρωτον κηρυχθηναι το ευαγγελιον” που είναι και λάθος σαν έκφραση.

Άλλη μια ενδιαφέρουσα παραποίηση είναι το “ϋπαγε οϲα εχειϲ πωληϲον και δοϲ τοιϲ πτωχοιϲ και εξειϲ θηϲαυρον εν ουρανω” που είπε στον πλούσιο και που προστέθηκε αργότερα το “εἰ θέλειc τέλειοc εἶναι”, γιατί τον 4ο αι όλο και περισσότεροι πλούσιοι πλησίαζαν και δεν ήθελαν φυσικά να τους αποτρέψουν, πως θα ζούσε η Εκκλησία χωρίς τους πλούσιους; (10:21) Το “εἰ θέλειc τέλειοc εἶναι” απαλύνει την τεράστια δυσκολία για τον πλούσιο όπως ήταν το πρωτότυπο αλλά και στο 10:24 λίγο παρακάτω το “δυϲκολον εϲτιν ειϲ τη βαϲιλειαν του θυ ειϲελθειν” που διαμορφώθηκε στο “δυϲκολον εϲτιν τοὺς πεποιθότας ἐπὶ χρήμασιν ειϲ τη βαϲιλειαν του θυ ειϲελθειν” που απαλύνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση, αφού το αρχικό κείμενο έλεγε ότι για όλους είναι δύσκολο ενώ τώρα στρογγυλεύεται.

Τέλος, είναι έκδηλη προσπάθεια των μεταγενέστερων αντιγραφέων, να τονίσουν και να εντείνουν το συναίσθημα σε πολλά σημεία, όπως στο 6:28 “ὁ δὲ ἀπελθὼν ἀπεκεφάλιcεν αὐτὸν ἐν τῇ φυλακῇ, καὶ ἤνεγκε τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ”, αλλά και την αγριότητα των απειλών του Ιησού. Όπως στο 6:12 “ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται Σοδόμοις ἢ Γομόρροις ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ”, ή το 13:8 “κατὰ τόπουc ἔcονται λιμοὶ καὶ ταραχαί”, που όπως θα δείτε προστέθηκαν αργότερα. Φυσικά και άλλες πολλές λέξεις που εντείνουν το συναίσθημα και την κάθε πράξη και ενέργεια.

Από τις υπόλοιπες διαφορές, που είναι πάρα πολλές, πέρα από τις ανώδυνες (που δεν τις έχω σημειώσει όλες) φαίνεται ξεκάθαρα η συνεχής προσπάθεια των μεταγενέστερων αντιγραφέων να δικαιολογήσουν και να επεξηγήσουν το αρχικό κείμενο, προσθέτοντας ή αλλάζοντας λέξεις, που σε αρκετά σημεία αλλάζει το αρχικό νόημα, ή να κάνουν και διορθώσεις.

Συντμήσεις του κειμένου :

θc θεός
kc κύριος
ic Ιησούς
χc χρηστός
πνα πνεύμα
υc υιός
ανοc άνθρωπος
δαδ Δαυίδ
ιηλ ισραήλ
μηρ μήτηρ
πηρ πατήρ
ουνουϲ ουρανούς

Λείπουν πάρα πολλά τελικά -ν από το κείμενο “cιμο” αντί “cιμον”, και πολλά “ι” είναι γραμμένα σαν “ει” ή αντίστροφα πχ χιρ αντί χειρ, πειλάτος, αντί πιλάτος.

Για την καλύτερη κατανόηση ακολουθήστε το υπόμνημα:

Σημάδι που βάζει η σελίδα στο project για να σημειώσει κάτι.

λέξη Υπογραμμισμένη από το project για να δηλώσει ορθογραφικό ή συντακτικό λάθος που αναλύεται στην σελίδα του στο Internet.

λέξη Περιέχει λέξη ή κείμενο που διαγράφηκε ή μετασκευάστηκε στα επίσημα.

(λέξη) Λέξη ή κείμενο που δεν περιλαμβάνεται στον κώδικα, αλλά προστέθηκε στις μεταγενέστερες επίσημες αντιγραφές.

(λέξη) Οι σημαντικότερες προσθήκες από τις προηγούμενες που διαστρέφουν σημαντικά ή τελείως το πρωτότυπο.

Κείμενο του Κατά Μάρκον από τον Σιναϊτικό Κώδικα συμπληρωμένο με τα μεταγενέστερα προστεθέντα.

1,2,3,4,5,6,7,8,9,10,11,12,13,14,15,16

1.

1:1 αρχη του ευαγγελιου ιυ χυ (υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.)

2 καθωϲ γεγραπται εν τω ηϲαϊα τω προφητη (τοῖc προφήταιc) ϊδου εγω αποϲτελω τον αγγελον μου προ προϲωπου ϲου οϲ καταϲκευαϲει την οδον ϲου (ἔμπροσθέν σου)

3 φωνη βοωντοϲ ε τη ερημω ετοιμαϲατε την οδον κυ ευθιαϲ ποιειτε ταϲ τριβουϲ αυτου

4 και εγενετο ϊωαννηϲ ο βαπτιζων εν τη ερημω και κηρυϲϲων βαπτιϲμα μετανοιαϲ ειϲ αφεϲι αμαρτιων

5 και εξεπορευετο προϲ αυτον παϲα η ϊουδαια χωρα και οι ϊεροϲολυμειτε παντεϲ (καὶ) εβαπτιζοτο (πάντες) ϋπ αυτου εν τω ϊορδανη ποταμω εξομολογουμενοι ταϲ αμαρτιαϲ αυτω

6 και ην (δε) ο ϊωαννηϲ ενδεδυμενοϲ τριχαϲ καμηλου και ζωνην δερματινην περι την οϲφυν αυτου και εϲθων ακριδαϲ και μελι αγριον

7 και εκηρυϲϲεν λεγων ερχεται ο ϊϲχυροτεροϲ μου οπιϲω μου ου ουκ ειμι ικανοϲ κυψαϲ λυϲαι τον ϊμαντα των ϋποδηματων αυτου

8 εγω εβαπτιϲα ϋμαϲ (ἐν) ϋδατι αυτοϲ δε βαπτιϲει (ὑμᾶc) εν πνι αγιω

9 και εγενετο εν εκειναιϲ ταιϲ ημεραιϲ ηλθεν ιϲ απο ναζαρετʼ τηϲ γαλιλαιαϲ και εβαπτιϲθη ειϲ τον ϊορδανην ϋπο ϊωαννου

10 και ευθυϲ αναβενων εκ του ϋδατοϲ ειδεν ϲχιζομενουϲ τουϲ ουνουϲ και το πνα ωϲ περιϲτεραν καταβαινον και μενον επ αυτον

11 και φωνη (ἐγένετο) εκ τω ουνων ϲυ ει ο υϲ μου ο αγαπητοϲ εν ϲοι ευδοκηϲα ·

12 και ευθυϲ το πνα αυτον εκβαλλει ειϲ την ερημον

13 και ην (ἐκεῖ) εν τη ερημω · μ · (40) ημεραϲ πιραζομενοϲ ϋπο του ϲατανα και ην μετα των θηριων και οι αγγελοι διηκονου αυτω

14 μετα δε το παραδοθηναι τον ϊωαννην ηλθεν ο ιϲ ειϲ την γαλιλαιαν κηρυϲϲων το ευαγγελιον (τῆς βασιλείας) του θυ

15(και λέγων) οτι πεπληρωται ο καιροϲ και ηγγεικεν η βαϲιλια του θυ μετανοειτε και πιϲτευεται εν τω ευαγγελιω

16 και παραγων (Περιπατῶν δὲ) παρα την θαλαϲϲαν τηϲ γαλιλαιαϲ ειδεν ϲιμωνα και ανδρεαν τον αδελφον (αὐτοῦ τοῦ) ϲιμωνοϲ αμφιβαλλονταϲ (ἀμφίβληστρον) εν τη θαλαϲϲη ηϲα γαρ αλιειϲ

17 και ειπε αυτοιϲ ο ιϲ δευτε οπιϲω μου και ποιηϲω ϋμαϲ γενεϲθε αλεειϲ ανων

18 και ευθυϲ αφεντεϲ τα δικτυα ηκολουθηϲαν αυτω

19 και προβαϲ (ὀλίγον) εκειθε ϊδεν ϊακωβον το του ζεβεδεου και ϊωαννην τον αδελφον αυτου και αυτουϲ εν τω πλοιω καταρτιζονταϲ τα δικτυα

20 και ευθυϲ εκαλεϲεν αυτουϲ και αφεντεϲ τον πρα αυτων ζεβεδεον εν τω πλοιω μετα των μιϲθωτων απηλθον οπιϲω αυτου

21 και ειϲπορευονται ειϲ καφαρναουμ και ευθυϲ τοιϲ ϲαββαϲιν εδιδαξεν ειϲ την ϲυναγωγην (εἰσελθὼν) :

22 και εξεπληϲϲοντο επι τη διδαχη αυτου ην γαρ διδαϲκων αυτουϲ ωϲ εξουϲιαν εχω και ουχ ωϲ οι γραμματειϲ :

23 και ευθυϲ ην εν τη ϲυναγωγη αυτων ανοϲ ε πνι ακαθαρτω κ(αι) ανεκραξεν

24 λεγω (Ἔα) τι ημιν και ϲοι ιυ ναζαρηνε ηλθεϲ απολεϲε ημαϲ οιδαμεν (οἶδά) ϲε τιϲ ει ο αγιοϲ του θυ

25 και επετιμηϲεν αυτω ο ιϲ (λέγων) φιμωθητι κ(αι) εξελθε εξ αυτου

26 και ϲπαραξαν αυτο το πνα το ακαθαρτο και φωνηϲαν (κράξαν) φωνη μεγαλη εξηλθεν εξ αυτου

27 και εθαμβηθηϲαν απαντεϲ ωϲτε ϲυζητιν αυτουϲ λεγοταϲ τι εϲτιν τουτο (τίς ἡ) διδαχη καινη (αὕτη , ὅτι) κατ εξουϲιαν και τοιϲ πναϲι τοιϲ ακαθαρτοιϲ επιταϲϲι και ϋπακουουϲιν αυτω

28 και εξηλθεν η ακοη αυτου (εὐθὺc ) ειϲ ολην τη περιχωρον τηϲ ϊουδαιαϲ(Γαλιλαίας):

29 και ευθυϲ εκ τηϲ ϲυναγωγηϲ εξελθοντεϲ ηλθο ειϲ την οικιαν ϲιμωνοϲ και ανδρεου μετα ϊακωβου και ϊωαννου

30 η δε πενθερα ϲιμωνοϲ κατεκειτο πυρεϲϲουϲα και ευθυϲ λεγουϲιν αυτω περι αυτηϲ

31 και προϲελθων ηγειρεν αυτην κρατηϲαϲ τηϲ χιροϲ (αὐτῆς) και αφηκεν αυτην ο πυρετοϲ και διηκονει αυτοιϲ

32 οψιαϲ δε γενομενηϲ οτε εδυ ο ηλιοϲ εφερον προϲ αυτον πανταϲ τουϲ κακωϲ εχονταϲ (καὶ τοὺc δαιμονιζομένουc·)

33(καὶ ἦν ὅλη ἡ πόλιc ἐπιcυνηγμένη πρὸc τὴν θύραν·)

34(καὶ ἐθεράπευcε πολλοὺc κακῶc ἔχονταc ποικίλαιc νόcοιc) και δαιμονια πολλα εξεβαλλεν και ουκ ηφιε λαλιν τα δαιμονια οτι ηδιϲαν αυτον (Χριcτὸν εἶναι).

35 και πρωϊ εννυχα λειαν αναϲταϲ εξηλθεν και απηλθεν ειϲ ερημον τοπον κακι προϲηϋχετο

36 και κατεδιωξεν αυτον ϲιμω και οι μετ αυτου

37 και ευρον (κατεδίωξαν) αυτον (ὁ Σίμων καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ) και λεγουϲιν αυτω οτι παντεϲ ζητουϲιν ϲε

38 και λεγει αυτοιϲ αγομεν αλλαχου ειϲ ταϲ εχομεναϲ κωμοπολιϲ ϊνα κακει κηρυξω ειϲ τουτο γαρ εξηλθο(ἐξελήλυθα)

39 και ηλθεν (ἦν)κηρυϲϲι ειϲ ταϲ ϲυναγωγαϲ αυτων ειϲ ολην την γαλιλαιαν και τα δαιμονια εκβαλλων

40 και ερχεται προϲ αυτον λεπροϲ παρακαλων αυτον και γονυπετων (αὐτὸν καὶ) λεγων αυτω οτι εαν θεληϲ δυναϲε με καθαριϲαι

41 και ϲπλαγχνιϲθειϲ εκτιναϲ την χειρα αυτου ηψατο κ(αι) λεγει θελω καθαριϲθητι

42 και ευθυϲ απηλθεν απ αυτου η λεπρα και εκαθαριϲθη

43 και εμβριμηϲαμενοϲ αυτω ευθυϲ εξεβαλε αυτον

44 και λεγει αυτω ορα μηδενι ειπηϲ αλλα ϋπαγε ϲαυτον διξο τω ιερει και προϲενεγκε περι του καθαριϲμου ϲου α προϲεταξεν μωυϲηϲ ειϲ μαρτυριο αυτοιϲ

45 ο δε εξελθων ηρξατο κηρυϲϲιν πολλα και διαφημιζι τον λογον ωϲτε μηκετι δυναϲθε αυτον ειϲ πολιν φανερωϲ ειϲελθι αλλ εξω επ(ἐν) ερημοιϲ τοποιϲ ην και ηρχοντο προϲ αυτον παντοθεν

2.

2: 1 και ειϲελθων παλι ειϲ καφαρναουμ δι ημερων ηκουϲθη οτι εν οικω εϲτιν

2 και ϲυνηχθηϲαν πολλοι ωϲτε μηκετι χωριν μηδε τα προϲ την θυραν και ελαλει αυτοιϲ τον λογον

3 και ερχονται φεροτεϲ προϲ αυτον παραλυτικον αιρομενον ϋπο · δ · (4)

4 και μη δυναμενοι προϲενεγκαι αυτω δια τον οχλον απεϲτεγαϲαν την ϲτεγην οπου ην και εξορυξαντεϲ χαλωϲι τον κραβακτο οπου ο παραλυτικοϲ κατεκειτο

5 και ϊδων ο ιϲ την πιϲτιν αυτων λεγει τω παραλυτικω τεκνον μου αφεωνται ϲου αι αμαρτιαι

6 ηϲαν δε τινεϲ των γραμματεω εκει καθημενοι και διαλογιζομενοι εν ταιϲ καρδιεϲ αυτων

7 τι ουτοϲ ουτωϲ λαλει βλαϲφημει τιϲ δυναται αφιεναι αμαρτιαϲ ει μη ειϲ ο θϲ

8 και ευθυϲ ο ιϲ επιγνουϲ τω πνι αυτου οτι ουτωϲ διαλογιζονται εν εαυτοιϲ λεγει αυτοιϲ τι ταυτα διαλογιζεϲθε εν ταιϲ καρδιεϲ υμων

9 τι εϲτι ευκοπωτερον ειπειν τω παραλυτικω αφιενται ϲου αι αμαρτιαι η ειπειν εγειρε και αρον τον κραβακτον ϲου και ϋπαγε

10 ϊνα δε ειδητε οτι εξουϲιαν εχι ο υϲ του ανου επι τηϲ γηϲ αφιεναι αμαρτιαϲ λεγει τω παραλυτικω

11 εγειρε ϲοι λεγω (καὶ) αρον τον κραβακτον ϲου και ϋπαγε ειϲ τον οικο ϲου

12 και ηγερθη και ευθυϲ αραϲ τον κραβακτον εξηλθεν εμπροϲθεν(ἐναντίον) παντων ωϲτε εξϊϲταϲθαι πανταϲ και δοξαζιν τον θν λεγονταϲ οτι ουτωϲ ουδεποτε εφανη εν τω ιηλ(εἴδομεν)

13 και εξηλθον παλιν ειϲ(παρὰ) την θαλαϲϲαν και παϲ ο οχλοϲ ηρχετο προϲ αυτουϲ και εδιδαϲκεν αυτουϲ

14 και παραγων ειδε λευει τον του αλφαιου καθημενο επι το τελωνιον και λεγει αυτω ακολουθι μοι και αναϲταϲ ηκολουθηϲεν αυτω

15 και γινεται κατακιϲθαι αυτον εν τη οικια αυτου και πολλοι τελωναι και αμαρτωλοι ϲυνανεκιντο τω ιυ και τοιϲ μαθηταιϲ αυτου ηϲαν γαρ πολλοι και ηκολουθουν αυτω

16 και (οι) γραμματειϲ των φαριϲαιω και ϊδοντεϲ (αὐτὸν) οτι ηϲθιεν μετα των τελωνων και αμαρτωλων ελεγον τοιϲ μαθηταιϲ αυτου δια τι μετα των τελωνων και αμαρτωλων εϲθιει ο διδαϲκαλοϲ υμων(καὶ πίνει)

17 και ακουϲαϲ ο ιϲ λεγει αυτοιϲ ου χριαν εχουϲιν οι ϊϲχυοντεϲ ϊατρου αλλ οι κακωϲ εχοντεϲ ουκ ηλθον καλεϲαι δικαιουϲ αλλα αμαρτωλουϲ (εἰς μετάνοιαν)

18 και ηϲαν οι μαθηται ϊωαννου και οι φαριϲαιοι νηϲτευοντεϲ και ερχοται και λεγουϲιν αυτω δια τι οι μαθηται ϊωαννου και οι μαθηται των φαριϲαιων νηϲτευουϲιν οι δε μαθηται ϲου ου νηϲτευουϲιν

19 και ειπεν αυτοιϲ ο ιϲ μη δυνανται οι ϋϊοι του νυμφωνοϲ εν ω ο νυμφιοϲ μετ αυτων εϲτιν νηϲτευειν οϲον χρονον εχουϲι τον νυμφιον μετ αυτων ου δυνανται νηϲτευει

20 ελευϲονται δε ημεραι οταν απαρθη απ αυτων ο νυμφιοϲ και τοτε νηϲτευϲουϲιν εν εκεινη τη ημερα(ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις)

21 ουδιϲ επιβλημα ρακουϲ αγναφου επιραπτι επι ϊματιον παλαιον ει δε μη · αιρει πληρωμα απ αυτου το καινον του παλαιου και χειρον ϲχιϲμα γεινεται

22 και ουδειϲ βαλλει οινον νεον ειϲ αϲκουϲ παλαιουϲ · ει δε μη ρηξει ο οινοϲ (ὁ νέος) τουϲ αϲκουϲ και ο οινοϲ εκχειται και οι αϲκοι απολουνται · αλλα οινον νεον ειϲ αϲκουϲ καινουϲ (βλητέον).

23 και εγενετο αυτο εν τοιϲ ϲαββαϲιν παραπορευεϲθε δια των ϲποριμω και οι μαθηται αυτου ηρξαντο οδο ποιειν τιλλοντεϲ τουϲ ϲταχυαϲ

24 και οι φαριϲαιοι ελεγον αυτω ϊδε τι ποιουϲιν τοιϲ ϲαββαϲιν · ο ουκ εξεϲτι

25 και λεγει αυτοιϲ ουδεποτε ανεγνωτε τι εποιηϲεν δαδ · οτε χριαν εϲχεν και επιναϲεν αυτοϲ και οι μετ αυτου

26 πωϲ ειϲηλθε ειϲ τον οικον του θυ επι αβιαθαρ αρχϊερεωϲ και τουϲ αρτουϲ τηϲ προθεϲεωϲ εφαγεν ουϲ ουκ εξεϲτιν φαγι ει μη τουϲ ϊερειϲ και εδωκεν και τοιϲ ϲυν αυτω ουϲιν :

27 και ελεγεν αυτοιϲ το ϲαββατον δια τον ανον εγενετο και ουχ ο ανθρωποϲ δια το ϲαββατον

28 ωϲτε κϲ εϲτιν ο υϲ του ανου και του ϲαββατου

3.

3:1 και ειϲηλθεν παλιν ειϲ ϲυναγωγην και ην εκει ανοϲ εξηραμμενην εχων την χειρα

2 και παρετηρουν αυτον ει εν τοιϲ ϲαββαϲι θεραπευει αυτον ϊνα κατηγορηϲωϲιν αυτου

3 και λεγει τω ανω τω την ξηραν χιρα εχοντι εγειρε ειϲ το μεϲον

4 και λεγει αυτοιϲ εξεϲτιν τοιϲ ϲαββαϲιν αγαθον ποιηϲαι · η κακοποιηϲαι · ψυχην ϲωϲαι η αποκτιναι οι δε εϲιωπων ˙

5 και περιβλεψαμενοϲ αυτουϲ μετ οργηϲ ϲυνλυπουμενοϲ επι τη πωρωϲει τηϲ καρδι αυτων λεγει τω ανω ˙ εκτινον την χιρα ϲου · και εξετινεν και απεκατεϲταθη η χιρ αυτου (ὑγιὴς ὡς ἡ ἄλλη)

6 και εξελθοντεϲ οι φαριϲαιοι ευθυϲ μετα των ηρωδιανων ϲυμβουλιον εποιηϲαν κατ αυτου οπωϲ αυτον απολεϲωϲιν

7 και ο ιϲ μετα των μαθητων αυτου ανεχωρηϲεν προϲ την θαλαϲϲαν : και πολυ πληθοϲ απο τηϲ γαλιλαιαϲ και απο τηϲ ϊουδαιαϲ ηκολουθηϲαν

8 κ(αι) απο ϊεροϲολυμω ( καὶ ἀπὸ τῆς ᾿Ιουδαίαςκαὶ ἀπὸ τῆc Ἰδουμαίαc) και περαν του ϊορδανου (καὶ) περι τυρον και ϲιδωνα πληθοϲ πολυ ακουοντεϲ οϲα εποιει ηλθον προϲ αυτον

9 και ειπεν τοιϲ μαθηταιϲ αυτου ϊνα πλοιαριον προϲκαρτερη αυτω δια τον οχλον ϊνα μη θλιβωϲιν αυτον

10 πολλουϲ γαρ εθεραπευϲεν ωϲτε επιπιπτειν αυτω ϊνα αυτου αψωνται οϲοι ειχον μαϲτιγαϲ

11 και τα πνατα τα ακαθαρτα οταν αυτο εθεωρουν προϲεπιπτον αυτω και εκραζον λεγοντεϲ οτι ϲυ ει ο υϲ του θυ

12 και πολλα επετιμα αυτοιϲ ϊνα μη αυτον φανερον ποιηϲωϲιν :

13 και αναβαινει ειϲ το οροϲ και προϲκαλειται ουϲ ηθελεν αυτοϲ οι δε απηλθον προϲ αυτον

14 και εποιηϲεν · ιβ · (12) ουϲ και αποϲτολουϲ ωνομαϲεν ϊνα ωϲι μετ αυτου και ϊνα αποϲτελλη αυτουϲ κηρυϲϲει

15 και εχειν εξουϲια (θεραπεύειν τὰς νόσους καὶ) εκβαλλειν τα δαιμονια

16 και εποιηϲεν τουϲ · ιβ ·(12) και επεθηκεν ονομα · τω ϲιμωνι πετρον

17 και ϊακωβον τον του ζεβεδαιου και ϊωαννην τον αδελφον του ϊακωβου · και επεθηκεν αυτοιϲ ονοματα · βοανηργεϲ · ο εϲτιν ϋϊοι βροτηϲ

18 και ανδραιαν και φιλιππον και βαρθολομαιο και ματθαιον και θωμαν και ϊακωβον τον του αλφαιου και θαδδαιον και ϲιμωνα τον καναναιον

19 και ϊουδαν ϊϲκαριωθʼ οϲ και παρεδωκε αυτον :

20 και ερχεται ειϲ οικον και ϲυνερχεται παλιν (ο) οχλοϲ ωϲτε μη δυναϲθαι αυτουϲ μητε αρτον φαγιν

21 και ακουϲατεϲ οι παρ αυτου εξηλθον κρατηϲαι αυτον ελεγον γαρ οτι εξεϲτη

22 και οι γραμματειϲ οι απο ϊεροϲολυμων καταβαντεϲ ελεγον οτι βεελζεβουλʼ εχει και οτι εν τω αρχοντι των δαιμονιων εκβαλλει τα δαιμονια

23 και προϲκαλεϲαμενοϲ αυτουϲ εν παραβολαιϲ ελεγε αυτοιϲ πωϲ δυναται ϲαταναϲ ϲαταναν εκβαλλειν

24 και εαν βαϲιλεια εφ εαυτην μεριϲθη ου δυναται ϲταθηνε η βαϲιλεια εκεινη

25 και εαν οικια εφ εαυτην μεριϲθη ου δυνηϲεται η οικια εκεινη ϲταθηναι

26 και ει ο ϲαταναϲ ανεϲτη εφ εαυτο (καὶ) εμεριϲθη και ου δυναται ϲτηναι · αλλα τελοϲ εχει

27 αλλ ου δυναται ουδιϲ ειϲελθων ειϲ την οικιαν του ϊϲχυρου τα ϲκευη αυτου διαρπαϲαι · εαν μη πρωτον τον ϊϲχυρον δηϲη και τοτε την οικιαν αυτου διαρπαϲει

28 αμην λεγω ϋμιν οτι παντα αφεθηϲετε τοιϲ ϋϊοιϲ τω ανων τα αμαρτηματα και αι βλαϲφημιαι οϲα αν βλαϲφημηϲωϲιν

29 οϲ δ αν βλαϲφημηϲη ειϲ το πνα το αγιον ουκ εχι αφεϲιν ειϲ τον αιωνα αλλα ενοχοϲ εϲται αιωνιου αμαρτηματοϲ

30 οτι ελεγον πνα ακαθαρτον εχει

31 και ερχεται η μηρ αυτου και οι αδελφοι αυτου · και εξω ϲταντεϲ απεϲτιλαν προϲ αυτον καλουντεϲ αυτο

32 και εκαθητο προϲ αυτον οχλοϲ και λεγουϲιν αυτω ϊδου η μηρ ϲου και οι αδελφοι ϲου εξω ζητουϲιν ϲε

33 και αποκριθειϲ αυτοιϲ λεγει τιϲ εϲτι η μηρ μου και οι αδελφοι μου

34 και περιβλεψαμενοϲ τουϲ περι αυτον κυκλω καθημενουϲ λεγει ειδε η μηρ μου και οι αδελφοι μου ·

35 οϲ γαρ αν ποιηϲη το θελημα του θυ ουτοϲ αδελφοϲ μου και αδελφη και μηρ εϲτιν

4.

4: 1 και παλιν ηρξατο διδαϲκιν παρα τη θαλαϲϲαν και ϲυναγεται προϲ αυτον οχλοϲ πλιϲτοϲ ωϲτε αυτον ειϲ πλοιον εμβαντα καθηϲθε εν τη θαλαϲϲη και παϲ ο οχλοϲ προϲ την θαλαϲϲαν επι τηϲ γηϲ ηϲαν

2 και εδιδαϲκεν αυτουϲ πολλα εν παραβολαιϲ και ελεγεν αυτοιϲ εν τη διδαχη αυτου

3 ακουετε ϊδου εξηλθεν ο ϲπιρων (του) ϲπειραι

4 και εγενετο εν τω ϲπιρειν ο μεν επεϲε παρα την οδον και ηλθεν τα πετινα και κατεφαγε αυτο

5 και αλλο επεϲεν επι τα πετρωδη οπου ουκ ειχεν γην πολλην και ευθυϲ εξανετιλεν δια το μη εχι βαθοϲ γηϲ

6 και οτε ανετιλεν ο ηλιοϲ εκαυματιϲθη και δια το μη εχιν ριζαν εξηρανθη

7 και αλλοϲ επεϲε ειϲ ταϲ ακανθαϲ και ανεβηϲαν αι ακανθαι και ϲυνεπνιξαν αυτο και καρπον ουκ εδωκεν

8 και αλλα επεϲεν ειϲ την γην την καλην και εδιδου καρπον αναβαινοντα και αυξανομενα και εφερον ειϲ · λ · (30) και ειϲ · ξ · (60) και ειϲ · ρ · (100)

9 και ελεγε οϲ εχει ωτα ακουειν ακουετω

10 και οτε εγενετο κατα μοναϲ ηρωτουν αυτον οι περι αυτον ϲυν τοιϲ · ιβ · (12) ταϲ παραβολαϲ

11 και ελεγεν αυτοιϲ ϋμιν το μυϲτηριον δεδοται τηϲ βαϲιλιαϲ του θυ εκεινοιϲ δε τοιϲ εξω εν παραβολαιϲ πατα γεινεται ·

12 ϊνα βλεποντεϲ βλεπωϲι και μη ϊδωϲι και ακουοντεϲ ακουωϲι και μη ϲυνϊωϲιν μηποτε επιϲτρεψωϲιν και αφεθη αυτοιϲ (τὰ ἁμαρτήματα)

13 και λεγει αυτοιϲ ουκ οιδατε την παραβολην ταυτην και πωϲ παϲαϲ ταϲ παραβολαϲ γνωϲεϲθαι

14 ο ϲπιρων τον λογο ϲπερει ·

15 ουτοι δε ειϲιν οι παρα τη οδον οπου ϲπιρεται ο λογοϲ και οταν ακουϲωϲιν ευθυϲ ερχεται ο ϲαταναϲ και αρπαζει (αἴρει) τον λογον το εϲπαρμενον εν αυτοιϲ (ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν)

16 και ουτοι ομοιωϲ ειϲιν οι επι τα πετρωδη ϲπιρομενοι · οι οταν ακουϲωϲιν τον λογον ευθυϲ μετα χαραϲ λαμβανουϲιν αυτον

17 και ουκ εχουϲι ριζαν εν εαυτοιϲ αλλα προϲκαιροι ειϲιν · ειτα γενομενηϲ θλιψεωϲ η διωγμου δια τον λογον ευθυϲ ϲκανδαλιζονται ·

18 και αλλοι ειϲιν οι επι ταϲ ακανθαϲ ϲπιρομενοι ουτοι ειϲιν οι ακουϲατεϲ τον λογον

19 και αι μεριμναι του αιωνοϲ και η απατη του πλουτου ϲυνπνιγει τον λογον και αι παρα τα λοιπα επιθυμιαι ειϲπορευομεναι (cυμπνίγουcι τὸν λόγον) και ακαρποϲ γεινεται

20 και εκεινοι ειϲιν οι επι την γην τη καλην ϲπαρεντεϲ · οιτινεϲ ακουουϲι τον λογον και παραδεχονται και καρποφορουϲιν εν · λ · (30) και εν · ξ · (60) και εν · ρ · (100)

21 και ελεγεν αυτοιϲ μητι ερχεται ο λυχνοϲ υπο τον μοδιον τεθηναι η ϋπο την κλινην ουχ ϊνα ϋπο την λυχνιαν τεθη (ἐπὶ τὴν λυχνίαν ἐπιτεθῇ)

22 ου γαρ εϲτιν τι κρυπτο εαν μη ϊνα φανερωθη ουδε εγενετο αποκρυφον αλλʼ ϊνα ελθη ειϲ φανερον

23 ει τιϲ εχει ωτα ακουειν ακουετω

24 και ελεγεν αυτοιϲ βλεπετε τι ακουετε εν ω μετρω μετριτε μετρηθηϲεται ϋμιν και προϲτεθηϲετε ϋμιν (τοῖς ἀκούουσιν) :

25 οϲ γαρ (ἂν) εχει δοθηϲεται αυτω και οϲ ουκ εχει και ο εχει αρθηϲεται απ αυτου

26 και ελεγεν ουτωϲ εϲτιν η βαϲιλεια του θυ · ωϲ ανοϲ βαλη τον ϲπορο επι τηϲ γηϲ

27 και καθευδη και εγειρεται νυκτα και ημεραν και ο ϲποροϲ βλαϲτανη και μηκυνηται ωϲ ουκ οιδεν αυτοϲ

28 αυτοματη η γη καρποφορει πρωτον χορτον (εἶτα cτάχυν) ειτεν πληρη ϲιτον εν τω ϲταχυϊ

29 οταν δε παραδοι ο καρποϲ ευθυϲ αποϲτελλει το δρεπανον οτι παρεϲτηκεν ο θεριϲμοϲ

30 και ελεγεν (αυτοίς) πωϲ ομοιωϲωμεν τη βαϲιλειαν του θυ η εν τινι αυτην παραβολη · θωμε (παραβάλωμεν αὐτήν; )

31 ωϲ κοκκω ϲιναπεωϲ (ὃc) οταν ϲπαρη επι τηϲ γηϲ ο μικροτερον ον πατων των ϲπερματων (ἐστὶ ) των επι τηϲ γηϲ

32 και οταν ϲπαρη αναβαινι και γεινεται μειζον παντων των λαχανων και ποιει κλαδουϲ μεγαλουϲ ωϲτε δυναϲθαι ϋπο την ϲκιαν αυτου τα πετινα του ουνου καταϲκηνουν

33 και τοιαυταιϲ παραβολαιϲ πολλαιϲ ελαλει αυτοιϲ το λογον καθωϲ ηδυναντο ακουει

34 χωριϲ δε παραβοληϲ ουκ ελαλει αυτοιϲ κατ ϊδιαν δε τοιϲ ϊδιοιϲ μαθηταιϲ επελυεν παντα

35 και λεγει αυτοιϲ εν εκινη τη ημερα οψιαϲ γενομενηϲ διελθωμεν ειϲ το περαν

36 και αφεντεϲ τον οχλον παραλαμβανουϲιν αυτον ωϲ ην εν τω πλοιω και αλλα πλοια ηϲαν μετ αυτου

37 και γεινεται λαιλαψ μεγαϲ ανεμου και τα κυματα επεβαλεν ειϲ το πλοιον (ὥcτε ἤδη γεμίζεσθαι το πλοίον).

38 και αυτοϲ ην εν τη πρυμνη επι το προϲκεφαλαιον καθευδων : και εγιρουϲιν αυτον και λεγουϲιν αυτω διδαϲκαλε ου μελι ϲοι οτι απολλυμεθα

39 και διεγερθειϲ επετιμηϲεν τω ανεμω και ειπεν τη θαλαϲϲη ϲιωπα · πεφιμωϲο · και εκοπαϲεν ο ανεμοϲ και εγενετο γαληνη μεγαλη

40 και ειπεν αυτοιϲ τι δειλοι εϲτε ουπω εχετε πιϲτι

41 και εφοβηθηϲα φοβον μεγαν και ελεγον προϲ αλληλουϲ τιϲ αρα ουτοϲ εϲτιν οτι και ο ανεμοϲ και η θαλαϲϲα αυτω υπακουει

5.

5:1 και ηλθον ειϲ το περαν τηϲ θαλαϲϲηϲ ειϲ την χωραν των γεραϲηνω

2 και εξελθοντοϲ αυτου εκ του πλοιου ευθυϲ ϋπηντηϲε αυτω εκ των μνημιων ανοϲ εν πνι ακαθαρτω

3 οϲ τη κατοικηϲιν ειχε εν τοιϲ μνημαϲι και ουδε αλυϲεϲι ουκετι ουδειϲ εδυνατο αυτον δηϲαι

4 δι αυτον πολλακιϲ πεδαιϲ και αλυϲεϲι δεδεϲθαι και διεϲπαϲθαι ϋπ αυτου ταϲ αλυϲιϲ και ταϲ παιδαϲ ϲυτετριφθαι και ουδιϲ ϊϲχυϲεν αυτο (δαμάσαι).

5 και δια παντοϲ νυκτοϲ και ημεραϲ ε τοιϲ μνημαϲιν κ(αι) εν τοιϲ ορεϲιν η κραζων και κατακοπτων εαυτον λιθοιϲ

6 και ϊδων τον ιν απο μακροθεν εδραμεν και προϲεκυνηϲεν αυτω

7 και κραξαϲ φωνη μεγαλη λεγει τι εμοι και ϲοι ιυ υιε του θυ του ϋψιϲτου ορκιζω ϲε τον θν μη με βαϲανιϲηϲ

8 και ελεγεν αυτω εξελθε το πνα το ακαθαρτον εκ του ανου

9 και επηρωτα αυτο τι ονομα ϲοι και λεγι αυτω λεγιω ονομα μοι οτι πολλοι εϲμεν

10 κ(αι) παρεκαλει αυτον πολλα ϊνα μη αυτον(αὐτοὺς) αποϲτιλη εξω τηϲ χωραϲ :

11 ην δε εκει προϲ τω (ὄρει) αγελη χοιρων μεγαλη βοϲκομενη

12 και παρεκαλεϲαν αυτον λεγοντεϲ πεμψον ημαϲ ειϲ τουϲ χοιρουϲ ϊνα ειϲ αυτουϲ ειϲελθωμεν

13 και επετρεψεν αυτοιϲ και εξελθοντα τα πνατα τα ακαθαρτα ειϲηλθον ειϲ τουϲ χοιρουϲ και ωρμηϲεν η αγελη κατα του κρημνου ειϲ την θαλαϲϲα ωϲ διϲχιλιοι και επνιγοντο εν τη θαλαϲϲη

14 και οι βοϲκοντεϲ αυτουϲ · εφυγον και απηγγιλον ειϲ την πολιν και ειϲ τουϲ αγρουϲ και εξηλθο ιδειν τι εϲτιν το γεγονοϲ

15 και ηρχοντο προϲ τον ιν και θεωρουϲι τον δαιμονιζομενον καθημενον ϊματιϲμενο και ϲωφρονουντα τον εϲχηκοτα τον λεγιωνα και εφοβηθηϲαν

16 και διηγηϲαντο αυτοιϲ οι ϊδοντεϲ πωϲ εγενετο τω δαιμονιζομενω και περι των χοιρων ·

17 και ηρξαντο παρακαλιν αυτο απελθιν απο τω οριων αυτων

18 και εμβαινοντοϲ αυτου ειϲ το πλοιο παρεκαλει αυτο ο δαιμονιϲθειϲ ϊνα μετ αυτου η :

19 και ουκ αφηκεν αυτον αλλα λεγει αυτω ϋπαγε ειϲ το οικον ϲου προϲ τουϲ ϲουϲ και απαγγειλον αυτοιϲ οϲα ο κϲ πεποιηκεν ϲοι κ(αι) ηλεηϲεν ϲε

20 και απηλθεν και ηρξατο κηρυϲϲει εν τη δεκαπολι οϲα εποιηϲεν αυτω ο ιϲ και παντεϲ εθαυμαζον

21 και διαπεραϲαντοϲ του ιυ εν τω πλοιω ειϲ το περα παλιν ϲυνηχθη οχλοϲ πολυϲ επ αυτο και ην παρα την θαλαϲϲαν

22 και ερχεται ειϲ τω αρχϊϲυναγωγων ονοματι ϊαϊροϲ κ(αι) ϊδων αυτον πιπτι προϲ τουϲ ποδαϲ αυτου

23 και παρακαλει αυτον πολλα λεγω οτι το θυγατριον μου εϲχατωϲ εχει ϊνα ελθων επιθηϲ ταϲ χιραϲ αυτη ϊνα ϲωθη και ζηϲη

24 και απηλθεν μετ αυτου και ηκολουθι αυτω οχλοϲ πολυϲ και ϲυνεθλιβον αυτον

25 και γυνη ουϲα εν ρυϲει αιματοϲ δωδεκα ετη

26 και πολλα παθουϲα ϋπο πολλων ϊατρων και δαπανηϲαϲα τα παρ εαυτηϲ πατα και μηδεν ωφεληθιϲα αλλα μαλλον ειϲ το χειρο ελθουϲα

27 ακουϲαϲα τα περι του ιυ ελθουϲα εν τω οχλω οπιθεν ηψατο του ϊματιου αυτου

28 ελεγεν γαρ (ὄρειἐν ἑαυτῇ ) οτι εαν αψωμαι καν του ϊματιου αυτου ϲωθηϲομαι

29 και ευθυϲ εξηρανθη η πηγη του αιματοϲ αυτηϲ και εγνω τω ϲωματι οτι ϊαται απο τηϲ μαϲτιγοϲ

30 και ευθυϲ ο ιϲ επιγνουϲ εν εαυτω την εξ αυτου δυναμιν εξελθουϲαν επιϲτραφειϲ εν τω οχλω ελεγε τιϲ μου ηψατο τω ϊματιων ˙

31 και ελεγον αυτω οι μαθηται αυτου βλεπειϲ τον οχλο ϲυνθλιβοντα ϲε και λεγιϲ τιϲ μου ηψατο

32 και περιεβλεπετο ϊδειν την τουτο ποιηϲαϲαν

33 η δε γυνη φοβηθιϲα και τρεμουϲα και ϊδυϊα ο γεγονεν αυτη ηλθεν και προϲεπεϲεν αυτω και ειπεν αυτω παϲαν την αληθιαν

34 ο δε ειπεν αυτη θυγατερʼ η πιϲτιϲ ϲου ϲεϲωκεν ϲε ϋπαγε ειϲ ϊρηνην και ϊϲθι ϋγιηϲ απο τηϲ μαϲτιγοϲ ϲου

35 ετι αυτου λαλουντοϲ ερχονται απο του αρχϊϲυναγωγου λεγοντεϲ οτι η θυγατηρ ϲου απεθανε τι ετι ϲκυλλειϲ τον διδαϲκαλον

36 ο δε ιϲ παρακαουϲαϲ τον λογον λαλουμενον · λεγει τω αρχϊϲυναγωγω μη φοβου μονον πιϲτευε

37 και ουκ αφηκεν ουδενα μετ αυτου ϲυνακολουθηϲαι ει μη τον πετρον και ϊακωβον και ϊωαννην τον αδελφον ϊακωβου

38 και ερχονται ειϲ το οικον του αρχϊϲυναγωγου και θεωρει θορυβον και κλαιονταϲ και αλαλαζονταϲ πολλα ·

39 και ειϲελθων λεγει αυτοιϲ τι θορυβειϲθε και κλαιετε το παιδιον ουκ απεθανεν αλλα καθευδι ·

40 και κατεγελων αυτου αυτοϲ δε εκβαλω πανταϲ παραλαμβανει τον πρα του παιδιου και την μρα και τουϲ μετ αυτου και ειϲπορευεται οπου ην το παιδιον (ἀνακείμενον)

41 και κρατηϲαϲ τηϲ χιροϲ του πεδιου λεγει αυτη ταλιθα κουμʼ · ο εϲτι μεθερμηνευομενον το κοραϲιον ϲοι λεγω εγειρε

42 και ευθυϲ ανεϲτη το κοραϲιον και περιεπατι ην γαρ ωϲει ετων · ιβ · (12) και εξεϲτηϲαν ευθυϲ εκϲταϲι μεγαλη

43 και διεϲτιλατο αυτοιϲ πολλα · ϊνα μηδιϲ γνω τουτο · και ειπε δοθηναι αυτη φαγιν

6.

6:1 και εξηλθεν εκιθε και ερχεται ειϲ τη πατριδα αυτου κ(αι) ακολουθουϲιν αυτω οι μαθηται αυτου

2 και γενομενου ϲαββατου ηρξατο διδαϲκειν εν τη ϲυναγωγη και πολλοι ακουοντεϲ εξεπληϲϲοντο λεγοντεϲ ποθεν τουτω ταυτα παντα και τιϲ η ϲοφια η δοθιϲα τουτω και αι δυναμιϲ τοιαυται δια τω χειρων αυτου γινομεναι

3 ουχ ουτοϲ εϲτιν ο τεκτων ο υϲ τηϲ μαριαϲ και ο αδελφοϲ ϊακωβου και ϊωϲηφ (Ιωσῆ) και ϊουδα και ϲιμωνοϲ και ουκ ειϲιν αι αδελφαι αυτου ωδε προϲ ημαϲ και εϲκανδαλιζοντο εν αυτω

4 και ελεγεν αυτοιϲ ο ιϲ οτι ουκ εϲτιν προφητηϲ ατιμοϲ ει μη εν τη πατριδι εαυτου και εν (τοῖc συγγενέσι καὶ) τη οικια αυτου

5 και ουκ ηδυνατο εκει ποιηϲαι ουδεμιαν δυναμι ει μη ολιγοιϲ αρρωϲτοιϲ επιθειϲ ταϲ χιραϲ εθεραπευϲεν :

6 και εθαυμαϲε δια την απιϲτια αυτων και περιηγεν ο ιϲ ταϲ κωμαϲ κυκλω διδαϲκων

7 και προϲκαλειται τουϲ · ιβ · (12) και ηρξατο αυτουϲ αποϲτελλιν δυο δυο ˙ και εδιδου αυτοιϲ (ἐξουcίαν τῶν πνευμάτων τῶν ἀκαθάρτων)

8(καὶ παρήγγειλεν αὐτοῖc) ϊνα μηδεν αρωϲιν ειϲ οδον ει μη ραβδον μονον μη αρτον μη πηραν μη ειϲ την ζωνην χαλκο

9 αλλα ϋποδεδεμενουϲ ϲανδαλια και μη ενδυϲηϲθε δυο χιτωναϲ

10 και ελεγεν αυτοιϲ οπου εαν ειϲελθητε ειϲ οικιαν εκει μινατε εωϲ αν εξελθητε εκιθεν

11 και οϲʼ αν τοποϲ μη δεξηται ϋμαϲ μηδε ακουϲωϲιν ϋμων εκπορευομενοι εκειθεν εκτιναξατε τον χουν τον ϋποκατω των ποδων ϋμων ειϲ μαρτυριον αυτοιϲ

12 και εξελθοντεϲ εκηρυξαν αυτοιϲ ϊνα μετανοηϲωϲι (ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀνεκτότερον ἔσται Σοδόμοις ἢ Γομόρροις ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ τῇ πόλει ἐκείνῃ. )

13 και δαιμονια πολλα εξεβαλλον κ(αι) ηλειφον ελαιω πολλουϲ αρρωϲτουϲ και εθεραπευον

14 και ηκουϲεν ο βαϲιλευϲ ηρωδηϲ φανερον γαρ εγενετο το ονομα αυτου και ελεγεν οτι ϊωαννηϲ ο βαπτιζω εγηγερται εκ νεκρω και δια τουτο ενεργουϲιν αι δυναμιϲ εν αυτω ·

15 αλλοι δε ελεγον οτι ηλιαϲ εϲτιν αλλοι δε οτι προφητηϲ ωϲ ειϲ τω προφητων

16 ακουϲαϲ δε ο ηρωδηϲ ελεγεν ον εγω απεκεφαλιϲα ουτοϲ ϊωαννηϲ ηγερθη (ἐκ νεκρῶν) :

17αυτοϲ γαρ ο ηρωδηϲ αποϲτιλαϲ εκρατηϲε τον ϊωαννην και εδηϲεν αυτον εν φυλακη δια ηρωδιαδα την γυναικα φιλιππου του αδελφου αυτου οτι αυτη εγαμηϲεν

18 ελεγεν γαρ ὁ ϊωανηϲ τω ηρωδη οτι ουκ εξεϲτιν ϲοι εχι την γυναικα του αδελφου ϲου

19 η δε ηρωδιαϲ ενειχεν αυτω και ηθελεν αυτον αποκτιναι και ουκ ηδυνατο

20 ο γαρ ηρωδηϲ εφοβειτο τον ϊωαννην ειδωϲ αυτον ανδρα δικαιο και αγιον και ϲυνετηρει αυτον · και ακουϲαϲ αυτου πολλα ηπορει (ἐποίει) · και ηδεωϲ αυτου ηκουε

21 και γενομενηϲ ημεραϲ ευκαιρου οτε ηρωδηϲ τοιϲ γενεϲιοιϲ αυτου διπνον εποιηϲε τοιϲ μεγιϲταϲιν αυτου και τοιϲ χιλιαρχοιϲ και τοιϲ πρωτοιϲ τηϲ γαλιλαιαϲ

22 και ελθουϲηϲ τηϲ θυγατροϲ αυτου ηρωδιαδοϲ και ορχηϲαμενηϲ ηρεϲεν τω ηρωδη κ(αι) τοιϲ ϲυνανακειμενοιϲ ὁ δε βαϲιλευϲ ειπε τω κοραϲιω αιτηϲαι με ο εαν θεληϲ και δωϲω ϲοι

23 και ωμοϲεν αυτη οτι ο εαν αιτηϲηϲ δωϲω ϲοι εωϲ ημιϲουϲ τηϲ βαϲιλειαϲ μου

24 και εξελθουϲα ειπε τη μητρι αυτηϲ τι αιτηϲωμαι η δε ειπεν την κεφαλη ϊωαννου του βαπτιζοντοϲ

25 και ελθουϲα ευθυϲ μετα ϲπουδηϲ προϲ τον βαϲιλεα ητηϲατο λεγουϲα θελω ϊνα εξαυτηϲ δωϲ μοι επι πινακι τη κεφαλην ϊωαννου του βαπτιϲτου

26 και περιλυποϲ γενομενοϲ ο βαϲιλευϲ δια τουϲ ορκουϲ κ(αι) τουϲ ϲυνανακειμενουϲ ουκ ηθεληϲεν αθετηϲαι αυτην

27 και ευθυϲ αποϲτιλαϲ ο βαϲιλευϲ ϲπεκουλατορα επεταξεν ενεγκε την κεφαλην αυτου

28 (ὁ δὲ ἀπελθὼν ἀπεκεφάλιcεν αὐτὸν ἐν τῇ φυλακῇ, καὶ ἤνεγκε τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ) επι πινακι και εδωκεν αυτην τω κοραϲιω και το κοραϲιον εδωκεν αυτην τη μητρι αυτηϲ :

29 και ϲ̣κουϲαντεϲ οι μαθηται αυτου ηλθον και ηραν το πτωμα αυτου και εθηκαν αυτο εν μνημιω :

30 και ϲυναγονται οι αποϲτολοι προϲ τον ιν και απηγγιλαν αυτω παντα οϲα εποιηϲαν και (ὅσα) εδιδαξαν

31 και λεγει αυτοιϲ δευτε ϋμιϲ αυτοι κατ ϊδιαν ειϲ ερημο τοπον και αναπαυεϲθαι ολιγον ηϲαν γαρ οι ερχομενοι και οι ϋπαγοντεϲ πολλοι και ουδε φαγειν ευκαιρουν

32 και απηλθον εν πλοιω ειϲ ερημο τοπον κατ ϊδιαν

33 και ϊδον αυτουϲ ϋπαγονταϲ και επεγνωϲαν αυτουϲ πολλοι και πεζη απο παϲων των πολεων ϲυνεδραμο εκει και προηλθο αυτουϲ (καὶ συνῆλθον πρὸς αὐτόν)

34 και εξελθων (ὁ ᾿Ιησοῦς) ειδε οχλον πολυν κ(αι) εϲπλαγχνιϲθη επ αυτουϲ οτι ηϲα (ὡc πρόβατα) μη εχοντα ποιμενα και ηρξατο διδαϲκιν αυτουϲ πολλα

35 και ηδη ωραϲ πολληϲ γινομενηϲ προϲελθοντεϲ (αυτώ) οι μαθηται αυτου ελεγον οτι ερημοϲ εϲτιν ο τοποϲ και ηδη ωρα πολλη

36 απολυϲον αυτουϲ ϊνα απελθοντεϲ ειϲ τουϲ κυκλω αγρουϲ και κωμαϲ αγοραϲωϲιν εαυτοιϲ βρωματα τι φαγωϲιν (ἄρτους· τί γὰρ φάγωσιν οὐκ ἔχουσιν)

37 ο δε αποκριθειϲ ειπεν αυτοιϲ δοτε αυτοιϲ ϋμειϲ φαγιν · και λεγουϲιν αυτω απελθοντεϲ αγοραϲωμεν δηναριων διακοϲιων αρτουϲ και δωϲωμεν αυτοιϲ φαγει ·

38 ο δε λεγει αυτοιϲ ποϲουϲ αρτουϲ εχετε ϋπαγετε ϊδετε και ελθοντεϲ λεγουϲιν πεντε · και δυο ιχθυαϲ

39 και επεταξεν αυτοιϲ ανακλιθηναι πανταϲ ϲυμποϲια ϲυμποϲια επι τω χλωρω χορτω

40 και ανεπεϲα πραϲιαι (πρασιαὶ) κατα εκατο και κατα ν (50)

41 και λαβων τουϲ πετε αρτουϲ και τουϲ δυο ϊχθυαϲ αναβλεψαϲ ειϲ τον ουρανον ευλογηϲε και κλαϲαϲ τουϲ αρτουϲ (και) εδιδου τοιϲ μαθηταιϲ ϊνα παρατιθωϲιν αυτοιϲ και τουϲ · β · (2) ϊχθυαϲ εμεριϲεν παϲιν

42 κ(αι) εφαγον παντεϲ και εχορταϲθηϲα

43 και ηραν κλαϲματων · ιβ · (12) κοφινων πληρωματα και απο των δυο ϊχθυων

44 και ηϲαν οι φαγοντεϲ ωϲ πεντακιϲχιλιοι ανδρεϲ :

45 και ευθυϲ ηναγκαϲε τουϲ μαθηταϲ αυτου εμβηναι ειϲ πλοιον και προαγειν ειϲ το περα προϲ βηθϲαϊδαν . εωϲ αυτοϲ απολυει τον οχλον :

46 και αποταξαμενοϲ αυτοιϲ απηλθεν ειϲ το οροϲ προϲευξαϲθαι

47 και οψιαϲ γενομενηϲ ην το πλοιον εν μεϲω τηϲ θαλαϲϲηϲ και αυτοϲ μονοϲ επι τηϲ γηϲ ·

48 και ϊδων αυτουϲ βαϲανιζομενουϲ εν τω ελαυνιν η γαρ εναντιοϲ ο ανεμοϲ αυτοιϲ περι τεταρτην φυλακην τηϲ νυκτοϲ ερχεται προϲ αυτουϲ περιπατων επι τηϲ θαλαϲϲηϲ και ηθελεν παρελθει αυτουϲ

49 οι δε ϊδοντεϲ αυτον επι τηϲ θαλαϲϲηϲ περιπατουντα εδοξαν οτι φαταϲμα εϲτιν · και ανεκραξαν

50 παντεϲ γαρ αυτον ειδαν και εταραχθηϲαν . ο δε ευθυϲ ελαληϲε μετ αυτων και λεγει αυτοιϲ θαρϲειτε εγω ειμι μη φοβειϲθε

51 και ανεβη προϲ αυτουϲ ειϲ το πλοιον και εκοπαϲεν ο ανεμοϲ και λιαν (ἐκ περισσοῦ) εν εαυτοιϲ εξιϲτατο

52 ου γαρ ϲυνηκαν επι τοιϲ αρτοιϲ αλλ ην αυτων η καρδια πεπωρωμενη

53 και διαπεραϲαντεϲ επι την γην ηλθον ειϲ γεννηϲαρετʼ και προϲωρμηθηϲαν :

54 και εξελθοτων αυτων εκ του πλοιου ευθυϲ επιγνοντεϲ αυτον

55 περιεδραμον ολη την χωραν (περίχωρον) εκεινη και ηρξαντο εν τοιϲ τοιϲ κραβακτοιϲ τουϲ κακωϲ εχονταϲ περιφερειν οπου ηκουϲθη οτι εϲτιν

56 και οπου εαν ειϲεπορευετο ειϲ κωμαϲ η ειϲ πολιϲ η ειϲ αγρουϲ η εν ταιϲ αγοραιϲ ετιθεϲαν τουϲ αϲθενουνταϲ και παρεκαλουν αυτον ϊνα καν του κραϲπεδου του ϊματιου αυτου αψωται και οϲοι ηψαντο αυτου εϲωζοντο

7.

7:1 και ϲυναγονται προϲ αυτον οι φαριϲαιοι και τινεϲ των γραμματαιων ελθοντεϲ απο ϊεροϲολυμων

2 και ϊδοντεϲ τινεϲ των μαθητων αυτου οτι κοιναιϲ χερϲιν τουτ εϲτιν ανιπτοιϲ εϲθιουϲιν αρτον (ἐμέμψαντο· )

3 οι γαρ φαριϲαιοι κ(αι) παντεϲ οι ϊουδαιοι εαν μη πυκνα(πυγμή) νιψωνται ταϲ χειραϲ ουκ εϲθιωϲιν κρατουντεϲ την παραδοϲιν των πρεϲβυτερων

4 και απο αγοραϲ εαν μη ραντιϲωντε (βαπτίσωνται) ουκ εϲθιουϲιν και αλλα πολλα εϲτι α παρελαβον κρατι βαπτιϲμουϲ ποτηριων και ξεϲτω και χαλκιων (καὶ κλινῶν)

5 και επερωτωϲιν αυτον οι φαριϲαιοι και οι γραμματιϲ δια τι ου περιπατουϲιν οι μαθηται ϲου κατα την παραδοϲι των πρεϲβυτερω αλλα κοιναιϲ χερϲι εϲθιουϲιν τον αρτο

6 ο δε ειπεν αυτοιϲ καλωϲ επροφητευϲε ηϲαϊαϲ περι ϋμω των υποκριτων ωϲ γεγραπται οτι ουτοϲ ο λαοϲ τοιϲ χιλεϲιν με τιμα η δε καρδια αυτων πορρω απεχει απ εμου

7 ματην δε ϲεβοντε με διδαϲκοντεϲ διδαϲκαλιαϲ ενταλματα ανων

8 αφεντεϲ (γὰρ) την εντολην του θυ κρατειτε την παραδοϲι των ανων

(βαπτιcμοὺc ξεcτῶν καὶ ποτηρίων, καὶ ἄλλα παρόμοια τοιαῦτα πολλὰ ποιεῖτε)

9 και ελεγεν αυτοιϲ καλωϲ αθετιτε τη εντολην του θυ ϊνα την παραδοϲι υμων τηρηϲητε

10 μωϋϲηϲ γαρ ειπε τιμα τον πρα ϲου και την μρα ϲου και ο κακολογω πρα η μρα θανατω τελευτατω

11 ϋμειϲ δε λεγεται εαν ειπη ανοϲ τω πρι η τη μρι κορβα · ο εϲτιν δωρον ο εαν εξ εμου ωφεληθηϲ

12 ουκετι αφιεται αυτον ουδε ποιηϲε τω πρι (αὐτοῦ) · η τη μρι (αὐτοῦ)

13 ακυρουντεϲ τον λογον του θυ τη παραδοϲι υμω η παρεδωκατε και παρομοια πολλα τοιαυτα ποιειτε :

14 και προϲκαλεϲαμενοϲ παλιν τον οχλον ελεγεν αυτοιϲ ακουετε (μου πάντες) και ϲυνϊετε

15 ουδεν εϲτιν εξωθεν του ανου ειϲπορευομενον επ αυτο ο δυναται κοινωϲαι αυτον αλλα τα εκ του ανου εκπορευομενα εϲτιν τα κοιναυντα το ανον

16 (εἴ τιc ἔχει ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.)

17 και οτε ειϲηλθον ειϲ τον οικον απο του οχλου επηρωτων αυτον οι μαθηται αυτου την παραβολην

18 και λεγει αυτοιϲ ουτω και ϋμιϲ αϲυνετοι εϲτε ουπω νοειτε οτι παν το εξωθεν ειϲπορευομενον ου κοινοι το ανον

19 οτι ουκ ειϲπορευετε αυτου ειϲ την καρδιαν αλλ ειϲ την κοιλιαν και ειϲ τον αφεδρωνα εκβαλλετε(ἐκπορεύεται) καθαριζων παντα τα βρωματα ·

20 ελεγεν δε οτι το εκ του ανου εκπορευομενον εκινο κοινοι τον ανο

21 εϲωθεν γαρ εκ τηϲ καρδιαϲ των ανων οι διαλογιϲμοι οι κακοι εκπορευοται πορνιαι κλοπαι φονοι

22 μοιχιαι πλεονεξιαι πονηριαι δολοϲ αϲελγια οφθαλμοϲ πονηροϲ βλαϲφημια ϋπερηφανια αφροϲυνη

23 παντα ταυτα τα πονηρα εϲωθεν εκπορευεται κακεινα κοινοι τον ανθρωπον

24 εκειθεν δε αναϲταϲ απηλθεν ειϲ τα ορια τυρου και ϲιδωνοϲ και ειϲελθω ειϲ οικιαν ουδενα ηθεληϲεν γνωναι και ουκ ηδυναϲθη λαλειν (λαθεῖν)

25 αλλα ευθυϲ ακουϲαϲα γυνη περι αυτου · ηϲ ειχεν το θυγατριον (αὐτῆς) πνα ακαθαρτον ειϲελθουϲα προϲεπεϲεν προϲ τουϲ ποδαϲ αυτου

26 η δε γυνη ην ελληνιϲ ϲυροφοινικιϲϲα τω γενι και ηρωτα αυτον ϊνα το δαιμονιον εκβαλη εκ τηϲ θυγατροϲ αυτηϲ

27 (ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς) και ελεγεν αυτη αφεϲ πρωτον χορταϲθηναι τα τεκνα ου γαρ εϲτιν καλο λαβειν τον αρτο των τεκνων και τοιϲ κυναριοιϲ βαλειν

28 η δε απεκριθη και λεγει αυτω ναι κε και τα κυναρια εϲθιουϲιν αποτ̣ατω τηϲ τραπεζηϲ απο των ψιχιων των παιδιων

29 και ειπεν αυτη δια τουτον τον λογο ϋπαγε εξεληλυθε εκ τηϲ θυγατροϲ ϲου το δεμονιον ·

30 και απελθουϲα ειϲ τον οικον εαυτηϲ ευρεν το παιδιο βεβλημενον επι την κλινην και το δαιμονιον εξεληλυθοϲ

31 και παλιν εξελθω εκ των οριων τυρου ηλθεν δια(και) ϲιδωνοϲ ειϲ(πρὸc) την θαλαϲϲαν τηϲ γαλιλαιαϲ ανα μεϲον των οριων δεκαπολεωϲ

32 και φερουϲιν αυτω κωφον και μογιλαλον και παρακαλουϲιν αυτον ινα επιθη αυτω ταϲ χιραϲ

33 και απολαβομενοϲ αυτον κατ ϊδιαν απο του οχλου ελαβεν τουϲ δακτυλουϲ (αὐτοῦ) ειϲ τα ωτα αυτου και πτυϲαϲ ηψατο τηϲ γλωϲϲηϲ αυτου

34 και αναβλεψαϲ ειϲ τον ουνον εϲτεναξεν και λεγει αυτω εφφαθα ο εϲτιν διανυχθητι

35 και ηνυγηϲαν αυτου αι ακοαι και ευθυϲ ελυθη ο δεϲμοϲ τηϲ γλωϲϲηϲ αυτου και ελαλει ορθωϲ

36 και διεϲτιλατο αυτοιϲ · ινα μηδενι λεγωϲιν οϲον δε αυτοιϲ διεϲτελλετο αυτοι μαλλον περιϲϲοτερωϲ εκηρυϲϲο

37 και υπερπεριϲϲωϲ εξεπληϲϲοντο λεγοντεϲ καλωϲ παντα πεποιηκε και τουϲ κωφουϲ ποιει ακουειν και αλαλουϲ λαλι

8.

8:1 εν εκειναιϲ ταιϲ ημεραιϲ παλιν πολλου οχλου οντοϲ και μη εχοντω τι φαγωϲιν προϲκαλεϲαμενοϲ (ὁ ᾿Ιησοῦς) τουϲ μαθηταϲ λεγει αυτοιϲ

2 ϲπλαγχνιζομε επι τον οχλον οτι ηδη ημεραι τριϲ προϲμενουϲι μοι και ουκ εχουϲι τι φαγωϲι

3 και εαν απολυϲω αυτουϲ νηϲτιϲ ειϲ οικον αυτων εκλυθηϲονται εν τη οδω και τινεϲ αυτων απο μακροθε ηκαϲιν

4 και απεκριθηϲαν οι μαθηται αυτου και ειπαν ποθε τουτουϲ δυνηϲετε τιϲ ωδε χορταϲαι αρτων επ ερημιαϲ ·

5 και ηρωτα αυτουϲ ποϲουϲ αρτουϲ εχετε · οι δε ειπαν ζ (7)

6 και παραγγελλι τω οχλω αναπεϲειν επι τηϲ γηϲ και λαβων τουϲ ε(5 σβησμένο) · ζ · (7) αρτουϲ ευχαριϲτηϲαϲ εκλαϲεν και εδιδου τοιϲ μαθηταιϲ αυτου ϊνα παρατιθωϲιν και παρεθηκαν τω οχλω

7 και ειχα ϊχθυδια ολιγα και ευλογηϲαϲ αυτα παρεθηκεν

8 και εφαγον παντεϲ και εχορταϲθηϲαν και ηραν τα περιϲϲευματα κλαϲματων επτα ϲφυριδαϲ ·

9 ηϲα δε τετρακιϲχιλιοι · και απελυϲεν αυτουϲ

10 και ευθυϲ εμβαϲ ειϲ το πλοιον μετα τω μαθητων αυτου ηλθεν ο ιϲ ειϲ τα μερη δαλμανουθα :

11 και εξηλθον οι φαριϲαιοι και ηρξαντο ϲυνζητειν αυτω ζητουντεϲ παρ αυτου ϲημιον ϊδιν απο του ουρανου πιραζοτεϲ αυτον

12 και αναϲτεναξαϲ τω πνι αυτου λεγει · τι η γενεα αυτη ζητι ϲημιον αμην λεγω υμιν ει δοθηϲεται τη γενεα ταυτη ϲημιο

13 και αφιϲ αυτουϲ παλιν εμβαϲ απηλθε ειϲ το περαν

14 και επελαθοντο λαβειν αρτουϲ · και ει μη ενα αρτον ουκ ειχον μεθ εαυτω εν τω πλοιω :

15 και διετελλετο αυτοιϲ λεγων ορατε βλεπετε απο τηϲ ζυμηϲ των φαριϲαιων και τηϲ ζυμηϲ ηρωδου ˙

16 και διελογιζοντο προϲ αλληλουϲ οτι αρτουϲ ουκ εχομεν ·

17 και γνουϲ ο ιϲ λεγει αυτοιϲ τι διαλογιζεϲθε οτι αρτουϲ ουκ εχετε ουπω νοειτε ουδε ϲυνϊετε πεπωρωμενην (ἔτι) εχετε την καρδια υμων

18 οφθαλμουϲ εχοντεϲ ου βλεπεται (και) ωτα εχοντεϲ ουκ ακουετε και ου μνημονευετε

19 οτε τουϲ πεντε αρτουϲ εκλαϲα ειϲ τουϲ πετακιϲχιλιουϲ και ποϲουϲ κοφινουϲ κλαϲματων πληριϲ ηρατε · λεγουϲιν αυτω · ιβ · (12)

20 οτε και τουϲ επτα αρτουϲ ειϲ τουϲ τετρακιϲχιλιουϲ ποϲων ϲπυριδων πληρωματα κλαϲματων ηρατε · και λεγουϲιν επτα

21 και ελεγεν αυτοιϲ ουπω ϲυνϊετε

22 και ερχεται ειϲ βηθϲαϊδα και φερουϲιν αυτω τυφλον και παρακαλουϲιν αυτον ϊνα αυτου αψηται

23 και επιλαβομενοϲ τηϲ χειροϲ του τυφλου εξηνεγκεν αυτον εξω τηϲ κωμηϲ · και πτυϲαϲ ειϲ τα ομματα αυτου επιθειϲ ταϲ χιραϲ αυτω επηρωτα αυτον (ἐπηρώτα αὐτὸν) ει τι βλεπει

24 και αναβλεψαϲ ειπε βλεπω τουϲ ανουϲ οτι ωϲ δενδρα ορω περιπατουνταϲ ·

25 ειτα παλιν επεθηκεν ταϲ χιραϲ επι τουϲ οφθαλμουϲ αυτου και διεβλεψεν(καὶ ἐποίηcεν αὐτὸν ἀναβλέψαι) και απεκατεϲτη και εβλεψεν δηλαυγωϲ απαντα

26 και απεϲτιλεν ειϲ οικον αυτον αυτου λεγων μη ειϲ την κωμην ειϲελθηϲ (μηδὲ εἴπῃc τινὶ ἐν τῇ κώμῃ)

27 και εξηλθεν ὁ ιϲ και οι μαθηται αυτου ειϲ ταϲ κωμαϲ καιϲαριαϲ τηϲ φιλιππου και εν τη οδω επηρωτα τουϲ μαθηταϲ αυτου λεγων αυτουϲ · τινα με λεγουϲιν οι ανθρωποι ειναι

28 οι δε ειπαν αυτω λεγοντεϲ οτι ϊωαννη τον βαπτιϲτην κ(αι) αλλοι ηλειαν · αλλοι δε οτι ειϲ των προφητων

29 και αυτοϲ επηρωτα αυτουϲ · ϋμειϲ δε τινα με λεγεται εινε αποκριθειϲ δε ο πετροϲ λεγει αυτω ϲυ ει ο χϲ ο υϲ του θυ ·

30 και επετιμηϲεν αυτοιϲ ϊνα μηδενι λεγωϲιν περι αυτου

31 και ηρξατο διδαϲκι αυτουϲ οτι δει τον υν του ανου πολλα παθειν και αποδοκιμαϲθηνε ϋπο των πρεϲβυτερω και των αρχϊερεων και των γραμματεων και αποκτανθηναι και μετα τρειϲ ημεραϲ αναϲτηναι

32 και παρρηϲια τον λογον ελαλει και προϲλαβομενοϲ αυτον ο πετροϲ ηρξατο επιτιμαν αυτω

33 ο δε επιϲτραφιϲ και ϊδων τουϲ μαθηταϲ αυτου επετιμηϲεν πετρω και λεγει ϋπαγε οπιϲω μου ϲατανα οτι ου φρονιϲ τα του θυ αλλα τα των ανων

34 και προϲκαλεϲαμενοϲ τον οχλο ϲυν τοιϲ μαθητεϲ αυτου ειπεν αυτοιϲ · ει τιϲ (ὅστις) θελει οπιϲω μου ελθειν (ἀκολουθεῖν) απαρνηϲαϲθω εαυτο και αρατω τον ϲταυρον εαυτου και ακολουθιτω μοι

35 οϲ γαρ εαν θελη τη ψυχην αυτου ϲωϲαι απολεϲει αυτη οϲ δ αν απολεϲει την ψυχην αυτου ενεκεν εμου και του ευαγγελιου (οὗτος) ϲωϲει αυτην

36 τι γαρ ωφελι ανοϲ κερδηϲαι τον κοϲμον ολον και ζημιωθηναι την ψυχην αυτου

37 τι γαρ δοι ανοϲ ανταλλαγμα τηϲ ψυχηϲ αυτου

38 οϲ γαρ εαν επαιϲχυνθη με και τουϲ εμουϲ λογουϲ εν τη γενεα ταυτη τη μοιχαλιδι και αμαρτωλω και ο υϲ του ανου επαιϲχυθηϲετε αυτον οταν ελθη εν τη δοξη του πρϲ αυτου μετα των αγγελω των αγιων

9.

9:1 και ελεγεν αυτοιϲ αμην λεγω ϋμι οτι ειϲιν τινεϲ των ωδε εϲτωτω οιτινεϲ ου μη γευϲωνται θανατου εωϲ αν ϊδωϲιν την βαϲιλιαν του θυ εληλυθυϊαν ε δυναμει

2 και μετα ημεραϲ εξ παραλαμβανι ο ιϲ τον πετρον και τον ϊακωβο και τον ϊωαννη και αναφερι αυτουϲ ειϲ οροϲ ϋψηλον λιαν κατ ϊδιαν μονουϲ · και μετεμορφωθη εμπροϲθε αυτων

3 και τα ϊματια αυτου εγενετο ϲτιλβοντα λευκα λιαν (ὡc χιών) · οια γναφευϲ επι τηϲ γηϲ ου δυναται ουτωϲ λευκανε

4 και ωφθη αυτοιϲ ηλιαϲ ϲυν μωϋϲη και ηϲαν (συλ)λαλουτεϲ τω ιυ

5 και αποκριθειϲ ο πετροϲ λεγει τω ιυ · ραββει καλον εϲτιν ημαϲ ωδε ειναι · και ποιηϲωμεν · γ · (3) ϲκηναϲ ϲοι μια και μωυϲει μιαν και ηλια μιαν ·

6 ου γαρ ηδι τι απεκριθη εκφοβοι γαρ εγενοντο

7 και εγενετο νεφελη επειϲκιαζουϲα αυτοιϲ · και εγενετο (ἦλθε) εκ τηϲ νεφεληϲ φωνη (λέγουσα)· ουτοϲ εϲτιν ο υϲ μου ο αγαπητοϲ (εν ω ηυδόκησα) ακουετε αυτου

8 και εξαπινα περιβλεψαμενοι ουκετι ουδενα ειδο ει μη τον ιν μονον μεθ εαυτω

9 και καταβαινοντω αυτων απο του ορουϲ διεϲτιλατο αυτοιϲ ϊνα μηδενι ἁ ειδον διηγηϲωνται (εἰ μὴ) οταν ο υϲ του ανθρωπου εκ νεκρων αναϲτη ·

10 και τον λογον εκρατηϲαν προϲ εαυτουϲ ϲυνζητουντεϲ τι εϲτιν το εκ νεκρων αναϲτηναι

11 και επηρωτων αυτο λεγοντεϲ οτι λεγουϲιν οι φαριϲαιοι κ(αι) οι γραμματιϲ οτι ηλιαν δι ελθειν πρωτον

12 ὁ δε εφη αυτοιϲ ηλιαϲ μεν ελθων πρωτον αποκαταϲτανι παντα κ(αι) πωϲ γεγραπται επι τον υν του ανου ϊνα πολλα παθη και εξουθενωθη

13 αλλα λεγω ϋμιν (ὅτι) και ηλιαϲ εληλυθεν και εποιηϲαν (εν) αυτω οϲα ηθελον καθωϲ γεγραπτε επ αυτον

14 και ελθοντεϲ προϲ τουϲ μαθηταϲ ειδον οχλον πολυ περι αυτουϲ και γραμματειϲ ϲυνζητουνταϲ προϲ εαυτουϲ

15 και ευθυϲ παϲ ο οχλοϲ ϊδοντεϲ αυτον εξεθαμβηθηϲαν και προϲτρεχοντεϲ ηϲπαζοντο αυτον

16 και επηρωτηϲεν αυτουϲ(τοὺc γραμματεῖc) · τι ϲυνζητειτε προϲ εαυτουϲ

17 και απεκριθη αυτω ειϲ εκ του οχλου (εἶπε) διδαϲκαλε ηνεγκα τον υν μου προϲ ϲε εχοντα πνα αλαλον

18 και οπου (εαν) αυτον καταλαβη ρηϲϲει (αὐτόν) και αφριζει και τριζει τουϲ οδονταϲ (αὐτοῦ) και ξηραινεται και ειπα τοιϲ μαθηταιϲ ϲου ϊνα αυτο εκβαλωϲι και ουκ ϊϲχυϲαν

19 ο δε αποκριθειϲ αυτοιϲ λεγει · ω γενεα απιϲτοϲ εωϲ ποτε προϲ ϋμαϲ εϲομαι εωϲ ποτε ανεξομαι υμων φερετε αυτον προϲ εμε

20 και ηνεγκα αυτον προϲ αυτον και ϊδων αυτον το πνα ευθυϲϲυν εϲπαραξεν αυτον και πεϲων επι τηϲ γηϲ εκυλιετο αφριζων

21 και επηρωτηϲεν τον πρα αυτου ποϲοϲ χρονοϲ εϲτι ωϲ τουτο γεγονε αυτω ο δε ειπεν εκ παιδιοθεν ·

22 και πολλακιϲ (αὐτὸν) και ειϲ πυρ αυτον εβαλεν και ειϲ ϋδατα · ϊνα απολεϲη αυτον αλλα ει τι δυνη βοηθηϲον ημιν ϲπλαγχνιϲθειϲ εφ ημαϲ

23 ο δε ιϲ ειπεν αυτω το ει δυνη (πιστεῦσαι) παντα δυνατα τω πιϲτευοντι

24 και κραξαϲ ο πηρ του παιδιου ελεγεν πιϲτευω βοηθει μου τη απιϲτια

25 ϊδων δε ο ιϲ οτι επιϲυντρεχει ο οχλοϲ επετιμηϲεν τω πνι τω ακαθαρτω λεγων αυτω το αλαλον και κωφον πνα (ἐγὼ) επιταϲϲω ϲοι εξελθε εξ αυτου και μηκετι ειϲελθηϲ ειϲ αυτον

26 και κραξαϲ και πολλα ϲπαραξαϲ αυτο εξηλθεν και εγενετο ωϲει νεκροϲ ωϲτε τουϲ πολλουϲ λεγειν οτι απεθανεν

27 ο δε ιϲ κρατηϲαϲ τηϲ χιροϲ αυτου ηγειρεν αυτον και ανεϲτη

28 και ειϲελθοντοϲ αυτου ειϲ οικον οι μαθηται αυτου κατ ϊδιαν επηρωτων αυτον · οτι ημιϲ ουκ ηδυνηθημεν εκβαλειν αυτο

29 και ειπεν αυτοιϲ τουτο το γενοϲ εν ουδενι δυνατε εξελθειν ει μη ε προϲευχη (καὶ νηcτείᾳ)

30 κακειθεν εξελθοντεϲ παρεπορευοντο δια τηϲ γαλιλαιαϲ και ουκ ηθελε ϊνα τιϲ γνοι ·

31 εδιδαϲκεν γαρ τουϲ μαθηταϲ αυτου και ελεγεν αυτοιϲ οτι ο υϲ του ανου παραδιδοται ειϲ χιραϲ ανθρωπων και αποκτενουϲιν αυτον και αποκτανθιϲ μετα τριϲ (τῇ τρίτῃ) ημεραϲ αναϲτηϲεται

32 οι δε ηγνοουν το ρημα και εφοβουτο αυτον επερωτηϲαι

33 και ηλθον ειϲ καφαρναουμ και ε τη οικια γενομενοϲ επηρωτα αυτουϲ τι εν τη οδω διελογιζεϲθε

34 οι δε εϲιωπων · προϲ αλληλουϲ γαρ διελεγχθηϲαν εν τη οδω τιϲ μειζων εϲτιν

35 και καθιϲαϲ εφωνηϲεν τουϲ · ιβ · (12) και λεγει αυτοιϲ ει τιϲ θελει πρωτοϲ ειναι εϲτε παντω εϲχατοϲ και παντων διακονοϲ

36 και λαβων παιδιο εϲτηϲεν αυτο ε μεϲω αυτων και ειπ εναγκαλιϲαμενοϲ αυτο ειπε αυτοιϲ

37 οϲ αν εν τω παιδιων τουτω (τοιούτων) δεξητε επι τω ονοματι μου εμε δεχεται : και οϲʼ (ἐὰν) εμε δεχετε ουκ εμε δεχετε αλλα το αποϲτιλαντα με

38 εφη αυτω ο ϊωαννηϲ · διδαϲκαλε ειδομεν τινα ε τω ονοματι ϲου εκβαλλοντα δαιμονια (ὃς οὐκ ἀκολουθεῖ ἡμῖν) και εκωλυομεν αυτον οτι ουκ ηκολουθι ημιν

39 ο δε ιϲ ειπεν μη κωλυετε αυτον ουδιϲ γαρ εϲτιν οϲ ποιηϲει δυναμιν επι τω ονοματι μου και δυνηϲετε ταχυ κακολογηϲαι με ·

40 οϲ γαρ ουκ εϲτιν καθ ημω ϋπερ ημων εϲτι

41 οϲ γαρ εαν ποτιϲη ϋμαϲ ποτηριον υδατοϲ εν ονοματι μου οτι εμον (Χριστοῦ) εϲται αμην λεγω ϋμιν οτι ου μη απολεϲη τον μιϲθο αυτου

42 και οϲ αν ϲκανδαλιϲη ενα των μικρων τουτων τω πιϲτευοντων (εἰς ἐμέ) καλον εϲτιν αυτω μαλλον ει περικιται μυλοϲ ονικοϲ περι τον τραχηλον αυτου και βεβλητε ειϲ την θαλαϲϲα

43 και εαν ϲκανδαλιϲη ϲε η χειρ ϲου αποκοψον αυτην καλο εϲτιν ϲε κυλλον ειϲελθειν ειϲ τη ζωην η ταϲ δυο χειραϲ εχοντα ειϲελθειν (ἀπελθεῖν)ειϲ την γεενναν ειϲ το πυρ το αϲβεϲτον

44 (ὅπου ὁ cκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ cβέννυται)

45 και εαν ο πουϲ ϲου ϲκανδαλιζει ϲε · αποκοψον αυτο · καλον εϲτιν ϲε ειϲ την ζωην ειϲελθιν κυλλον · η χωλον · η τουϲ δυο ποδαϲ εχοντα · ειϲ τη γεενναν βληθηναι · (εἰc τὸ πῦρ τὸ ἄcβεcτον,

46 (ὅπου ὁ cκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ cβέννυται)

47 και εαν ο οφθαλμοϲ ϲου ϲκαδαλιζη ϲε εκβαλε αυτον καλον ϲε εϲτιν μονοφθαλμον (εἰσελθεῖν) ειϲ την ζω ϲιλιαντου θυ η δυο οφθαλμουϲ εχοντα βληθηναι ειϲ την γεενναν (τοῦ πυρόc)

48 οπου ο ϲκωληξ αυτων ου τελευτα και το πυρ ου ϲβεννυται

49 παϲ γαρ εν πυρι αλιϲθηϲεται (καὶ πᾶcα θυcία ἁλὶ ἁλιcθήcεται)

50 καλον το αλαϲ · εαν δε το αλα αναλον γενηται εν τινι αυτο αρτυϲετε . εχετε εν εαυτοιϲ αλα και ιρηνευετε εν αλληλοιϲ :

10.

10:1 και εκειθεν αναϲταϲ ερχεται ειϲ τα ορια τηϲ ϊουδαιαϲ και (διὰ) περαν του ϊορδανου και ϲυνπορευονται παλιν οχλοι προϲ αυτον και ωϲ ειωθει παλιν εδιδαϲκεν αυτουϲ

2 και προϲελθοντεϲ οι φαριϲαιοι επηρωτων αυτον ει εξεϲτιν ανδρι γυναικα απολυϲαι πιραζοντεϲ αυτο

3 ο δε αποκριθειϲ ειπεν αυτοιϲ τι ϋμιν ενετειλατο μωυϲηϲ

4 οι δε ειπαν επετρεψεν μωϋϲηϲ βιβλιον αποϲταϲιου γραψαι και απολυϲαι

5 ο δε ιϲ ειπεν αυτοιϲ προϲ την ϲκληροκαρδιαν ϋμων εγραψεν υμιν την εντολην ταυτη

6 απο δε αρχηϲ κτιϲεωϲ αρϲεν και θηλυ εποιηϲεν αυτουϲ (ὁ Θεὸc) ·

7 ενεκεν τουτου καταλιψι ανθρωπω τον πρα αυτου και την μρα (καὶ προcκολληθήcεται πρὸc τὴν γυναῖκα) αυτου

8 και εϲονται οι δυο ειϲ ϲαρκα μιαν : ωϲτε ουκετι ειϲιν δυο αλλα ϲαρξ μια

9 ο ουν ο θϲ ϲυνεζευξεν ανθρωποϲ μη χωριζετω

10 και ειϲ την οικιαν παλιν οι μαθηται περι τουτων επηρωτων αυτον

11 και λεγει αυτοιϲ οϲ αν απολυϲη τη γυναικα αυτου κ(αι) γαμηϲη αλλην μοιχατε επ αυτην

12 και εαν αυτη(γυνὴ) απολυϲαϲα τον ανδρα αυτηϲ γαμηϲη αλλον · μοιχαται

13 και προϲεφερον αυτω παιδια ϊνα αυτων αψηται · οι δε μαθηται επετιμηϲαν αυτοιϲ ˙

14 ϊδων δε ο ιϲ ηγανακτηϲεν και ειπε αυτοιϲ αφετε τα παιδια ερχεϲθε προϲ με και μη κωλυετε αυτα τω γαρ τοιουτων εϲτιν η βαϲιλια του θυ ·

15 αμην λεγω ϋμιν οϲ αν μη δεξητε την βαϲιλια του θυ ωϲ πεδιο ου μη ειϲελθη ειϲ αυτην

16 και εναγκαλιϲαμενοϲ αυτα κατευλογει τιθειϲ ταϲ χιραϲ επ αυτα

17 και εκπορευομενου αυτου ειϲ οδον προϲδραμων ειϲ και γονυπετηϲαϲ αυτον επηρωτα αυτον διδαϲκαλε αγαθε τι ποιηϲω ϊνα ζωη αιωνιον κληρονομηϲω ˙

18 ο δε ιϲ ειπεν αυτω τι με λεγειϲ αγαθο ουδειϲ αγαθοϲ ει μη ειϲ ο θϲ

19 ταϲ εντολαϲ οιδαϲ μη φονευϲηϲ (μὴ μοιχεύcῃc) μη κλεψηϲ μη ψευδομαρτυρηϲηϲ μη αποϲτερηϲηϲ τιμα τον πρα ϲου και την μητερα ϲου

20 ὁ δε εφη αυτω διδαϲκαλε ταυτα παντα εφυλαξαμην εκ νεοτητοϲ μου ·

21 ο δε ιϲ εμβλεψαϲ αυτω ηγαπηϲεν αυτον και ειπεν αυτω ετι εν ϲε ϋϲτερι(εἰ θέλειc τέλειοc εἶναι) ϋπαγε οϲα εχειϲ πωληϲον και δοϲ τοιϲ πτωχοιϲ και εξειϲ θηϲαυρον εν ουρανω και δευρο ακολουθι μοι (ἄραc τὸν cταυρόν cου)

22 ο δε ϲτυγναϲαϲ επι τω λογω απηλθε λυπουμενοϲ η γαρ εχων κτηματα πολλα ·

23 και περιβλεψαμενοϲ ο ιϲ ελεγεν τοιϲ μαθηταιϲ αυτου πωϲ δυϲκολωϲ οι τα χρηματα εχοντεϲ ειϲ την βαϲιλιαν του θυ ειϲελευϲοντε

24 οι δε μαθηται εθαμβουντο επι τοιϲ λογοιϲ αυτου ο δε ιϲ παλιν αποκριθειϲ λεγει αυτοιϲ τεκνα πωϲ δυϲκολον εϲτιν (τοὺς πεποιθότας ἐπὶ χρήμασιν) ειϲ τη βαϲιλειαν του θυ ειϲελθειν

25 ευκοπωτερον εϲτιν καμηλον δια τρηματοϲ ραφιδοϲ ειϲελθειν η πλουϲιον ειϲ την βαϲιλιαν του θυ ειϲελθιν

26 οι δε περιϲϲωϲ εξεπληϲϲοντο λεγοντεϲ προϲ αυτον (ἑαυτούς) κ(αι) τιϲ δυναται ϲωθηναι

27 εμβλεψαϲ αυτοιϲ ο ιϲ ειπεν παρα ανθρωποιϲ αδυνατον αλλ ου παρα θω παντα γαρ δυνατα παρα τω θω

28 ηρξατο λεγιν ο πετροϲ αυτω ϊδου ημιϲ αφηκαμεν παντα και ηκολουθηϲαμεν ϲοι τι αρα εϲται ημιν :

29 εφη αυτω ο ιϲ αμη λεγω υμιν ουδιϲ εϲτιν οϲ αφηκεν οικιαν η αδελφουϲ η αδελφαϲ η πατερα η μητερα η τεκνα η αγρουϲ (ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ) ενεκεν του ευαγγελιου

30 εαν μη απολαβη εκατονταπλαϲιονα νυν εν τω καιρω τουτω (οἰκίαc καὶ ἀδελφοὺc καὶ ἀδελφὰc καὶ πατέρα καὶ μητέρα καὶ τέκνα καὶ ἀγροὺc μετὰ διωγμῶν) και εν τω αιωνι τω ερχομενω ζωη αιωνιον

31 πολλοι δε εϲονται πρωτοι εϲχατοι · κ(αι) εϲχατοι πρωτοι

32 ηϲαν δε εν τη οδω αναβαινοντεϲ ειϲ ϊεροϲολυμα και ην προαγων αυτουϲ ο ιϲ και εθαμβουντο οι δε ακολουθουτεϲ εφοβουντο και παραλαβων παλιν τουϲ · ιβ · (12) ηρξατο αυτοιϲ λεγιν τα μελλοντα αυτω ϲυμβαινιν

33 οτι ϊδου αναβενομεν ϊϲ ϊεροϲολυμα και ο υϲ του ανου παραδοθηϲεται τοιϲ αρχιερευϲι (καὶ γραμματεῦcι) και κατακρινουϲιν αυτον θανατω και παραδωϲουϲιν αυτον τοιϲ εθνεϲιν

34 και εμπεξουϲιν αυτω κ(αι) εμπτυουϲιν αυτω και μαϲτιγωϲουϲιν αυτον και αποκτενουϲιν · και μετα τριϲ ημεραϲ(τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ) αναϲτηϲεται

35 και παραπορευοται αυτω ϊακωβοϲ και ϊωαννηϲ οι υϊοι ζεβεδαιου λεγοτεϲ αυτω διδαϲκαλε θελομεν · (ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήcωμεν ποιήcῃc ἡμῖν)

36(ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖc· Τί θέλετε ποιῆcαί με ὑμῖν; )

37(οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Δὸc ἡμῖν) ινα ειϲ ϲου εκ δεξιων κ(αι) ειϲ ϲου εξ ευωνυμων καθιϲωμε εν τη δοξη ϲου ˙

38 ο δε ιϲ ειπεν αυτοιϲ ουκ οιδαται τι αιτιϲθε δυναϲθαι πιειν το ποτηριο ο εγω πινω · η (και) το βαπτιϲμα ο εγω βαπτιζομε βαπτιϲθηναι

39 οι δε ειπα αυτω δυναμεθα ο δε ιϲ ειπεν αυτοιϲ το ποτηριον ο εγω πινω πιεϲθε και το βαπτιϲμα ο εγω βαπτιζομε βαπτιϲθηϲεϲθε

40 το δε καθιϲαι εκ δεξιων μου η εξ ευωνυμων ουκ εϲτιν εμον δουναι αλλ οιϲ ητοιμαϲται ϋπο του πατροϲ μου

41 και ακουϲατεϲ οι δεκα · ηρξαντο αγανακτειν κ(αι) περι ϊακωβου και ϊωαννου

42 και προϲκαλεϲαμενοϲ αυτουϲ ιϲ λεγει αυτοιϲ οιδατε οτι οι δοκουντεϲ αρχειν των εθνω κατακυριευουϲιν αυτων και οι βαϲιλειϲ(μεγάλοι αὐτῶν) κατεξουϲιαζουϲιν αυτων

43 ουχ ουτωϲ δε εϲτιν εν ϋμι αλλ οϲ αν θελη μεγαϲ γενεϲθαι εν υμιν εϲτω ϋμων διακονοϲ

44 και οϲ αν θελη εν υμιν ειναι πρωτοϲ εϲται παντων δουλοϲ

45 και γαρ ο υϲ του ανθρωπου ουκ ηλθε διακονηθηναι αλλα διακονηϲαι και δουναι την ψυχην αυτου λυτρον αντι πολλων ·

46 και ερχονται ειϲ ϊεριχω και εκπορευομενου αυτου απο ϊερειχω και των μαθητων αυτου και οχλου ϊκανου ο ϋϊοϲ τιμαιου βαρτιμαιοϲ τυφλοϲ και προϲαιτηϲ · εκαθητο παρα τη οδον ·

47 και ακουϲαϲ οτι ιϲ ο ναζωραιοϲ εϲτιν ηρξατο κραζειν και λεγειν υε δαδ ιυ ελεηϲον με

48 και επετιμω αυτω πολλοι · ϊνα ϲιωπηϲη · ο δε πολλω μαλλον εκραζεν ϋϊε δαδ ελεηϲον με ·

49 και ϲταϲ ο ιϲ ειπεν φωνηϲατε αυτον και φωνουϲι τον τυφλον λεγοντεϲ αυτω · θαρϲει εγειρε φωνει ϲε

50 ο δε αποβαλων το ϊματιον αυτου αναπηδηϲαϲ(ἀναcτὰc) ηλθεν προϲ τον ιν

51 και αποκριθειϲ αυτω ο ιϲ ειπεν τι ϲοι θελειϲ ποιηϲω ο δε τυφλοϲ ειπε αυτω · ραββουνι ϊνα αναβλεψω

52 ο δε ιϲ ειπεν αυτω · υπαγε η πιϲτιϲ ϲου ϲεϲωκεν ϲε · και ευθυϲ ανεβλεψε και ηκολουθει αυτω(τῷ ᾿Ιησοῦ) εν τη οδω

11.

11:1 και οτε εγγιζουϲι ειϲ ϊεροϲολυμα ειϲ βηθφαγη · και ειϲ βηθανιαν προϲ το οροϲ των ελεω αποϲτελλει δυο των μαθητων αυτου

2 και λεγι αυτοιϲ ϋπαγετε ειϲ την κωμην (τὴν κατέναντι ὑμῶν) και ευθυϲ ειϲπορευομενοι ειϲ αυτη ευρηϲετε πωλο δεδεμενον εφ ο ουδιϲ ανθρωπω ουπω εκαθιϲεν ˙ λυϲατε αυτον και φερετε

3 και εαν τιϲ ϋμιν ειπη τι ποιειτε τουτο ειπατε οτι ο κϲ αυτου χριαν εχει · και ευθυϲ αυτον αποϲτελλει παλι ωδε

4 και απηλθον και ευρον τον πωλον δεδεμενον προϲ την θυραν εξω επι του αμφοδου · και λυουϲιν αυτο

5 και τινεϲ των εκει εϲτηκοτων ελεγον αυτοιϲ τι ποιειτε λυοντεϲ τον πωλον ·

6 οι δε ειπον αυτοιϲ καθωϲ ειπεν ο ιϲ και αφηκαν αυτουϲ ·

7 και αγουϲιν τον πωλον προϲ τον ιν και επιβαλλουϲιν αυτων τα ϊματια αυτω και εκαθιϲα επ αυτον

8 και πολλοι τα ϊματια αυτω εϲτρωϲαν ειϲ την οδον · αλλοι δε ϲτιβαδαϲ κοψαντεϲ εκ των αγρων(δένδρων καὶ ἐστρώννυον εἰς τὴν ὁδόν.)

9 και οι προαγοντεϲ και οι ακολουθουτεϲ εκραζον ωϲαννα ευλογημενοϲ ο ερχομενοϲ εν ονοματι κυ

10 ευλογημενη η ερχομενη βαϲιλεια (ἐν ὀνόματι Κυρίου) του πατροϲ ημων δαδ ˙ ωϲανα εν τοιϲ ϋψιϲτοιϲ

11 και ειϲηλθεν ϊϲ ϊεροϲολυμα (ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ) ειϲ το ϊερον και περιβλεψαμενοϲ παντα οψε ηδη ουϲηϲ τηϲ ωραϲ εξηλθεν ειϲ βηθανιαν μετα των · ιβ · (12)

12 και τη επαυριον εξελθοτων αυτων απο βηθανιαϲ (ἐπείναcε·)

13 και ϊδων ϲυκην μια απο μακροθεν εχουϲαν φυλλα ηλθεν ει αρα τι ευρηϲι εν αυτη · και ελθων επ αυτη ουδεν ευρεν ει μη φυλλα ο γαρ καιροϲ ουκ ην ϲυκων ·

14 και αποκριθειϲ ειπεν αυτη μηκετι ειϲ τον αιωνα εκ ϲου μηδιϲ καρπον φαγοι και ηκουον οι μαθηται αυτου

15 και ερχονται (πάλιν)ϊϲ ϊεροϲολυμα και ειϲελθων (ὁ ᾿Ιησοῦς) ειϲ το ϊερον ηρξατο εκβαλλει τουϲ πωλουνταϲ και τουϲ αγοραζοταϲ εν τω ϊερω κ(αι) ταϲ τραπεζαϲ τω κολλυβιϲτων κατεϲτρεψεν και ταϲ καθεδραϲ των πωλουντων ταϲ περιϲτεραϲ

16 και ουκ ηφιεν ϊνα τιϲ διενεγκη ϲκευοϲ δια του ϊερου

17 και εδιδαϲκεν και ελεγεν αυτοιϲ · ου γεγραπται οτι ο οικοϲ μου οικοϲ προϲευχηϲ κληθηϲεται παϲιν τοιϲ εθνεϲιν · ϋμειϲ δε εποιηϲατε αυτον ϲπηλαιον ληϲτων

18 και ηκουϲαν οι αρχϊεριϲ και οι γραμματιϲ (καὶ οἱ Φαριcαῖοι) και εζητου πωϲ αυτον απολεϲωϲιν εφοβουτο γαρ αυτον παϲ γαρ ο οχλοϲ εξεπληϲϲοντο επι τη διδαχη αυτου

19 και οταν οψε εγενετο εξεπορευετο εξω τηϲ πολεωϲ

20 και παρεπορευετο πρωι και ϊδον την ϲυκην εξηραμμενην εκ ριζων

21 και αναμνηϲθιϲ ο πετροϲ λεγει αυτω ραββει ειδε η ϲυκη ην κατηραϲω εξηρανται

22 και αποκριθειϲ ο ιϲ λεγει αυτοιϲ ει εχετε πιϲτιν θυ

23 αμην λεγω υμιν οϲ αν ειπη τω ορι τουτω αρθητι και βληθητι ειϲ την θαλαϲϲαν και μη διακριθη εν τη καρδια αυτου αλλα πιϲτευη οτι ο λαλει γινεται εϲτε αυτω (ὃ ἐὰν εἴπῃ)

24 δια τουτο λεγω ϋμιν παντα οϲα προϲευχεϲθε και αιτιϲθε πιϲτευετε οτι ελαβετε και εϲτε υμιν :

25 και οταν ϲτητε προϲευχομενοι αφιεται ει τι εχεται κατα τινοϲ ϊνα κ(αι) ο πατηρ ϋμων ο εν τοιϲ ουρανοιϲ αφη υμιν τα παραπτωματα υμω

26 (εἴ δὲ ὑμεῖc οὐκ ἀφίετε, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήcει τὰ παραπτώματα ὑμῶν.)

27 και ερχονται παλι ϊϲ ιεροϲολυμα κ(αι) εν τω ϊερω περιπατουντοϲ αυτου ερχονται προϲ αυτον οι αρχϊερειϲ και οι γραμματιϲ και οι πρεϲβυτεροι

28 και ελεγον αυτω εν ποια εξουϲια ταυτα ποιειϲ η τιϲ ϲοι εδωκεν την εξουϲιαν ταυτην ϊνα ταυτα ποιηϲ

29 ο δε ιϲ ειπεν αυτοιϲ επερωτηϲω ϋμαϲ καγω ενα λογον και αποκριθητε μοι και ερω ϋμιν εν ποια εξουϲια ταυτα ποιω

30 το βαπτιϲμα το ϊωαννου ποθεν ην · εξ ουρανου η εξ ανθρωπων αποκριθητε μοι ·

31 κ(αι) προϲελογιζοντο προϲ εαυτουϲ λεγοτεϲ εαν ειπωμε εξ ουρανου ερει δια τι ουν ουκ επιϲτευϲατε αυτω

32 αλλα ειπωμεν εξ ανων · εφοβουτο τον οχλον(λαόν) πατεϲ γαρ ειχον τον ϊωαννην οτι προφητηϲ ην ·

33 και αποκριθεντεϲ τω ιυ λεγουϲιν ουκ οιδαμεν και ο ιϲ λεγι αυτοιϲ ουδε εγω λεγω ϋμιν εν ποια εξουϲια ταυτα ποιω

12.

12:1 και ηρξατο αυτοιϲ ε παραβολαιϲ λαλι αμπελωνα ανθρωποϲ εφυτευϲεν κ(αι) περιεθηκεν φραγμον και ωρυξεν ϋποληνιον και ωκοδομηϲεν πυργον και εξεδετο αυτον γεωργοιϲ και απεδημηϲεν

2 κ(αι) απεϲτιλεν προϲ τουϲ γεωργουϲ τω καιρω δουλον ϊνα παρα των γεωργω λαβοι απο των καρπων του αμπελωνοϲ

3 και λαβοντεϲ αυτον εδειραν και απεϲτιλαν καινο

4 και παλιν απεϲτιλεν προϲ αυτουϲ αλλον κακεινον (λιθοβολήcαντεc) εκεφαλιωϲαν και ητιμαϲαν

5 και αλλον απεϲτιλεν κακεινον απεκτινα και πολλουϲ ολλουϲ ουϲ μεν δεροντεϲ ουϲ δε αποκτεννοτεϲ

6 ετι ενα ειχεν υν αγαπητον (αὐτοῦ) απεϲτιλεν αυτον εϲχατον προϲ αυτουϲ λεγων · οτι εντραπηϲονται τον υν μου ·

7 εκινοι δε οι γεωργοι (θεαcάμενοι αὐτόν ἐρχόμενον) προϲ εαυτουϲ ειπαν οτι ουτοϲ εϲτιο κληρονομοϲ δευτε αποκτινωμεν αυτον και ημων εϲτε η κληρονομια

8 και λαβοντεϲ απεκτιναν αυτον και εξεβαλον εξω του αμπελωνοϲ

9 τι ουν ποιηϲει ο κϲ του αμπελωνοϲ ελευϲεται και απολεϲει τουϲ γεωργουϲ και δωϲει τον αμπελωνα αλλοιϲ

10 ουδε την γραφην ταυτην ανεγνωτε λιθον ον απεδοκιμαϲαν οι οικοδομουντεϲ · ουτοϲ εγενηθη ειϲ κεφαλην γωνιαϲ ·

11 παρα κυ εγενετο αυτη και εϲτιν θαυμαϲτη εν οφθαλμοιϲ ημων

12 και εζητουν αυτο κρατηϲαι και εφοβηθηϲαν τον οχλο εγνωϲαν γαρ οτι προϲ αυτουϲ την παραβολην ειπε και αφεντεϲ αυτο απηλθον

13 και αποϲτελλουϲι προϲ αυτον τιναϲ των φαριϲαιων και των ηρωδιανων · ϊνα αυτον αγρευϲωϲιν λογω ·

14 και ελθοντεϲ λεγουϲιν αυτω διδαϲκαλε · οιδαμεν οτι αληθηϲ ει · και ου μελι ϲοι περι ουδενοϲ · ου γαρ βλεπιϲ ειϲ προϲωπο ανθρωπων αλλ επ αληθειαϲ την οδον του θυ διδαϲκιϲ · εξεϲτιν δουναι κηνϲον καιϲαρι · η ου · δωμεν · η μη δωμεν ·

15 ο δε ϊδων αυτων την υποκριϲιν ειπεν αυτοιϲ τι με πιραζετε φερετε μοι δηναριον ωδε ϊνα ειδω

16 οι δε ηνεγκαν και λεγει αυτοιϲ · τινοϲ η εικων αυτη και η επιγραφη · οι δε ειπαν αυτω καιϲαροϲ ·

17 ο δε ιϲ ειπε αυτοιϲ τα καιϲαροϲ αποδοτε καιϲαρι · και τα του θυ τω θω · και εξεθαυμαζο επ αυτω ·

18 και ερχοται ϲαδδουκαιοι προϲ αυτον οιτινεϲ λεγουϲιν αναϲταϲιν μη ειναι · κ(αι) επηρωτων αυτον λεγοντεϲ

19 διδαϲκαλε · μωϋϲηϲ εγραψε ημιν οτι εαν τινοϲ αδελφοϲ αποθανη και καταλιψη γυναικα και μη αφη τεκνα ϊνα λαβη ο αδελφοϲ αυτου τη γυναικα και εξαναϲτηϲη ϲπερμα τω αδελφω αυτου ˙

20 · ζ · (7) αδελφοι ηϲαν και ὁ ειϲ ελαβεν γυναικα και αποθνηϲκων ουκ αφηκε ϲπερμα ·

21 και ο δευτεροϲ ελαβεν αυτην και απεθανε μη καταλιπων ϲπερμα · και ο τριτοϲ ωϲαυτωϲ

22 και οι επτα ουκ αφηκεν ϲπερμα · εϲχατον παντων και η γυνη απεθανεν ·

23 εν τη (οὖν) αναϲταϲει (ὅταν ἀναcτῶcι) τινοϲ αυτων εϲται γυνη · οι γαρ επτα εϲχον αυτην γυναικα

24 εφη αυτοιϲ ο ιϲ ου δια τουτο πλαναϲθαι μη ειδοτεϲ ταϲ γραφαϲ μηδε την δυναμιν του θυ

25 οταν γαρ εκ νεκρων αναϲτωϲι(οὔτε γαμοῦcιν) ουτε γαμιζονται αλλ ειϲιν ωϲ αγγελοι εν τοιϲ ουρανοιϲ ·

26 περι δε των νεκρων οτι εγειροται ουκ ανεγνωται εν τη βιβλω μωϋϲεωϲ επι του βατου · πωϲ ειπεν αυτω ο θϲ λεγω εγω ὁ θϲ αβρααμ και ὁ θϲ ϊϲακʼ και ο θϲ ϊακωβ ˙

27 ουκ εϲτιν ο θϲ νεκρων αλλα ζωντων · πολυ πλαναϲθε

28 και προϲελθων ειϲ των γραμματεων ακουϲαϲ αυτω ϲυνζητουντων ιδων οτι καλωϲ απεκριθη αυτοιϲ επηρωτηϲεν αυτον ποια εϲτιν ετολη πρωτη παντων ˙

29 απεκριθη ο ιϲ οτι πρωτη εϲτι · ακουε ιηλ · κϲ ο θϲ ημων κϲ ειϲ εϲτι ·

30 και αγαπηϲειϲ κν τον θν ϲου εξ οληϲ τηϲ καρδιαϲ ϲου κ(αι) εξ οληϲ τηϲ ψυχηϲ ϲου και εξ οληϲ τηϲ διανοιαϲ ϲου και εξ οληϲ τηϲ ϊϲχυοϲ ϲου · (αὕτη πρώτη ἐντολή)

31 δευτερα αυτη εϲτιν αγαπηϲιϲ τον πληϲιον ϲου ωϲ ϲεαυτον · μειζων δε τουτων αλλη εντολη ουκ εϲτιν

32 και ειπεν αυτω ο γραμματευϲ καλωϲ διδαϲκαλε επ αληθιαϲ ειπεϲ · οτι ειϲ εϲτιν και ουκ εϲτι αλλοϲ πλην αυτου ·

33 και το αγαπαν αυτο εξ οληϲ τηϲ καρδιαϲ ϲου και εξ οληϲ τηϲ ϲυνεϲεωϲ και εξ οληϲ (της ψυχής και εξ όλης της) ιϲχυοϲ και το αγαπαν τον πληϲιον ϲου ωϲ ϲεαυτον περιϲϲοτερο εϲτιν παντων τω ολοκαυτωματω και των θυϲιων ˙

34 και ο ιϲ ειδων οτι νουνεχωϲ απεκριθη · ειπεν αυτω ου μακραν (εἶ) απο τηϲ βαϲιλιαϲ του θυ και ουδιϲ ουκετι ετολμα επερωτηϲε αυτον

35 και αποκριθειϲ ο ιϲ ελεγεν διδαϲκω εν τω ϊερω πωϲ λεγουϲιν οι γραμματιϲ οτι ο χϲ ϋϊοϲ δαδ εϲτιν

36 αυτοϲ δαδ ειπεν εν τω πνι τω αγιω ειπε ο κϲ τω κω μου καθου εκ δεξιων μ(ου) εωϲ αν θω τουϲ εχθρουϲ ϲου ϋποποδιον των ποδω ϲου

37 αυτοϲ (οὖν) δαδ λεγει αυτον κν και πωϲ(πόθεν) υϲ αυτου εϲτι · και πολυϲ οχλοϲ ηκουϲεν αυτου ηδεωϲ

38 και (αὐτοῖς) εν τη διδαχη αυτου λεγεν βλεπετε απο των γραμματαιων των θελοτων εν ϲτολαιϲ περιπατιν και αϲπαϲμουϲ εν ταιϲ αγοραιϲ

39 και πρωτοκαθεδριαϲ εν ταιϲ ϲυναγωγαιϲ και πρωτοκλιϲιαϲ εν τοιϲ διπνοιϲ

40 οι κατεϲθιοντεϲ ταϲ οικιαϲ των χηρων και προφαϲει μακρα προϲευχομενοι · ουτοι λημψονται περιϲϲοτερον κριμα

41 και καθιϲαϲ κατεναντι του γαζοφυλακιου θεωρει πωϲ ο οχλοϲ βαλλει το χαλκον ειϲ το γαζοφυλακιον και πολλοι πλουϲιοι εξεβαλλον πολλα ·

42 και ελθουϲα μια γυνη χηρα πτωχη εβαλε λεπτα δυο ο εϲτι κοδραντηϲ

43 και προϲκαλεϲαμενοϲ τουϲ μαθηταϲ αυτου ειπεν αυτοιϲ · αμην λεγω υμιν οτι η χηρα αυτη η πτωχη πλεον παντω εβαλλεν των βαλλοντων ειϲ το γαζοφυλακιον

44 πατεϲ γαρ εκ του περιϲϲευοντοϲ αυτοιϲ εβαλον · αυτη δε εκ τηϲ ϋϲτερηϲεωϲ αυτηϲ παντα οϲα ειχεν εβαλεν ολον τον βιον αυτηϲ ·

13.

13:1 και εκπορευομενου αυτου εκ του ϊερου λεγει αυτω ειϲ των μαθητων αυτου διδαϲκαλε διδαϲκαλε ϊδε ποταποι λιθοι και ποταπαι οικοδομαι

2 και ο ιϲ (ἀποκριθεὶς) ειπεν αυτω βλεπιϲ ταυταϲ ταϲ μεγαλαϲ οικοδομαϲ ου μη αφεθη ωδε λιθοϲ επι λιθον · οϲ ου καταλυθηϲετε

3 και καθημενου αυτου ειϲ το οροϲ τω ελαιων κατεναντι του ϊερου επηρωτα αυτον κατ ϊδιαν ο πετροϲ και ϊακωβοϲ και ϊωαννηϲ και ανδρεαϲ

4 ειπον ημι · ποτε ταυτα εϲται · και τι το ϲημιον οταν μελλη ταυτα ϲυντελιϲθαι παντα

5 ο δε ιϲ (ἀποκριθεὶς) ηρξατο λεγιν αυτοιϲ βλεπετε μη τιϲ υμαϲ πλανηϲη ·

6 πολλοι ελευϲονται επι τω ονοματι μου λεγοντεϲ οτι εγω ειμι και πολλουϲ πλανηϲουϲιν

7 ὁταν δε ακουϲητε πολεμουϲ και ακοαϲ πολεμων ορατε μη θροειϲθε · δει (γαρ) γενεϲθαι · αλλ ουπω το τελοϲ ·

8 εγερθηϲετε γαρ εθνοϲ επ εθνοϲ και βαϲιλειαν (ἐπὶ βασιλείαν και) εϲονται ϲιϲμοι (κατὰ τόπουc ἔcονται λιμοὶ καὶ ταραχαί) αρχη ωδινων ταυτα :

9 βλεπετε δε ϋμειϲ (ἑαυτούc) παραδωϲουϲιν γαρ ϋμαϲ ειϲ ϲυνεδρια και ειϲ ϲυναγωγαϲ (αὐτῶν) δαρηϲεϲθε και επι ηγεμονων και βαϲιλεων ϲταθηϲεϲθε ενεκεν εμου ειϲ μαρτυριον αυτοιϲ

10 και ειϲ παντα τα εθνη (δεῖ) πρωτον λαον δει κηρυχθηναι το ευαγγελιον

11 και οταν αγωϲιν ϋμαϲ παραδιδοντεϲ μη προμεριμναται τι λαληϲητε (μηδὲ μελετᾶτε) · αλλ ο εαν δοθη ϋμιν εν εκεινη τη ωρα τουτο λαλιτε ου γαρ εϲτε ϋμιϲ οι λαλουτεϲ αλλα το πνα το αγιον ·

12 και παραδωϲει αδελφοϲ αδελφον ειϲ θανατον · και πατηρʼ τεκνο και επαναϲτηϲοται τεκνα επι γονιϲ και θανατωϲουϲι αυτουϲ ·

13 και εϲεϲθε μιϲουμενοι υπο πατων δια το ονομα μου ο δε ϋπομιναϲ ειϲ τελοϲ ουτοϲ ϲωθηϲεται

14 οταν δε ϊδητε το βδελυγμα τηϲ ερημωϲεωϲ (τὸ ρηθὲν ὑπὸ Δανιὴλ τοῦ προφήτου) εϲτηκοτα οπου ου δι · ο αναγινωϲκων νοειτω : τοτε οι εν τη ϊουδαια φευγετωϲαν ειϲ τα ορη ·

15 ο δε επι του δωματοϲ μη καταβατω μηδε ειϲελθατω αραι τι εκ τηϲ οικιαϲ αυτου ·

16 και ο ειϲ τον αγρον μη επιϲτρεψατω οπιϲω αραι το ϊματιον αυτου

17 ουαι δε ταιϲ εν γαϲτρι εχουϲαιϲ και ταιϲ θηλαζουϲαιϲ εν εκειναιϲ ταιϲ ημεραιϲ

18 προϲευχεϲθε δε ϊνα μη γενηται (ἡ φυγὴ ὑμῶν) χιμωνοϲ

19 εϲονται γαρ αι ημεραι εκειναι θλιψιϲ οια ου γεγονεν τοιαυτη απ αρχηϲ κτιϲεωϲ ην εκτιϲε ο θϲ εωϲ του νυν κ(αι) ου μη γενηται

20 και ει μη εκολοβωϲεν κϲ ταϲ ημεραϲ ουκ αν εϲωθη παϲα ϲαρξ αλλα δια τουϲ εκλεκτουϲ ουϲ εξελεξατο εκολοβωϲεν ταϲ ημεραϲ

21 και τοτε εαν τιϲ ϋμι ειπη ειδε ωδε ο χϲ ειδε εκει μη πιϲτευετε

22 εγερθηϲοται δε ψευδοχριϲτοι και ψευδοπροφητε και δωϲουϲιν ϲημια και τερατα προϲ το αποπλανα ει δυνατον τουϲ εκλεκτουϲ

23 υμειϲ δε βλεπετε ιδου προειρηκα ϋμιν ()παντα

24 αλλα εν εκειναιϲ ταιϲ ημεραιϲ μετα τη θλιψιν εκεινην ο ηλιοϲ ϲκοτιϲθηϲεται και η ϲεληνη ου δωϲι το φεγγοϲ αυτηϲ

25 και οι αϲτερεϲ εϲονται εκ του ουρανου πιπτοντεϲ και αι δυναμειϲ αιεν τοιϲ ουνοιϲ ϲαλευθηϲονται ·

26 και τοτε οψονται τον υν του ανθρωπου ερχομενον εν νεφελαιϲ μετα δυναμεωϲ πολληϲ και δοξηϲ

27 και τοτε αποϲτελλι τουϲ αγγελουϲ αυτου και επιϲυναξει τουϲ εκλεκτουϲ αυτου εκ τω τεϲϲαρων ανεμω απ ακρου γηϲ εωϲ ακρου ουρανου ·

28 απο δε τηϲ ϲυκηϲ μαθετε την παραβολην οταν ηδη ο κλαδοϲ αυτηϲ απαλοϲ γενηται κ(αι) εκφυη τα φυλλα γινωϲκετε οτι εγγυϲ το θεροϲ εϲτι ·

29 ουτωϲ και ϋμιϲ οταν ϊδητε ταυτα γινομενα γινωϲκετε οτι εγγυϲ εϲτιν επι θυραιϲ ·

30 αμην λεγω ϋμιν οτι ου μη παρελθη η γενεα αυτη μεχρι ταυτα παντα γενηται ·

31 ο ουρανοϲ και η γη παρελευϲονται · οι δε λογοι μου ου μη παρελευϲονται

32 περι δε τηϲ ημεραϲ εκεινηϲ και τηϲ ωραϲ ουδειϲ οιδεν ουδε οι αγγελοι ε ουρανω ουδε ο υϲ ει μη ο πατηρ :

33 βλεπετε αγρυπνιτε και προϲευχεϲθε ουκ οιδαται γαρ ποτε ο καιροϲ εϲτι

34 ωϲ ανθρωποϲ αποδημοϲ αφιϲ την οικιαν αυτου και δουϲ τοιϲ δουλοιϲ αυτου την εξουϲιαν (καὶ) εκαϲτω το εργο αυτου και τω θυρωρω ενετιλατο ϊνα γρηγορη ·

35 γρηγοριτε ουν ουκ οιδατε γαρ ποτε ο κϲ τηϲ οικιαϲ ερχεται · η οψε η μεϲονυκτιο · η αλεκτοροφωνιαϲ · η πρωϊ ·

36 μη ελθων εξεφνηϲ ευρη ϋμαϲ καθευδοταϲ ·

37 ο δε ϋμιν λεγω παϲιν λεγω γρηγορειτε :

14.

14:1 ην δε το παϲχα και τα αζυμα μετα δυο ημεραϲ : και εζητουν οι αρχϊεριϲ και οι γραμματιϲ πωϲ αυτον εν δολω κρατηϲαντεϲ αποκτινωϲι

2 ελεγον γαρ μη εν τη εορτη μηποτε εϲται θορυβοϲ του λαου :

3 και οντοϲ αυτου εν βηθανια εν (τῇ) οικια ϲιμωνοϲ του λεπρου κατακειμενου αυτου ηλθεν γυνη εχουϲα αλαβαϲτρον μυρου ναρδου πιϲτικηϲ πολυτελουϲ ϲυντριψαϲα τον αλαβαϲτρον · κατεχεεν αυτου (κατὰ) τηϲ κεφαληϲ ·

4 ηϲαν δε τινεϲ αγανακτουντεϲ προϲ αυτουϲ ειϲ τι η απωλια αυτη του μυρου γεγονεν ·

5 ηδυνατο γαρ το μυρο πραθηναι επανω δηναριων τριακοϲιων και δοθηνε τοιϲ πτωχοιϲ και ενεβριμουντο αυτη ·

6 ο δε ιϲ ειπεν αφετε αυτην τι αυτη κοπουϲ παρεχετε καλον γαρ εργον ηργαϲατο εν εμοι ·

7 παντοτε γαρ τουϲ πτωχουϲ εχετε μεθ εαυτων και οταν θελητε δυναϲθαι (αὐτοὺc) ευ ποιηϲαι · εμε δε ου παντοτε εχετε ·

8 ο εϲχεν (αὕτη) εποιηϲεν προελαβεν μυριϲαι το ϲωμα μου ειϲ τον ενταφιαϲμον ·

9 αμην δε λεγω υμι οπου εαν κηρυχθη το ευαγγελιο (τοῦτο) ειϲ ολον τον κοϲμο και ο εποιηϲεν αυτη λαληθηϲεται ειϲ μνημοϲυνον αυτηϲ :

10 και ϊουδαϲ () ϊϲκαριωθ ειϲ των δωδεκα απηλθεν προϲ τουϲ αρχϊεριϲ ϊνα αυτον παραδω αυτοιϲ ·

11 οι δε ακουϲαντεϲ εχαρηϲαν και απηγγιλαντο αυτω αργυριον( ἀργύρια) δουναι · και εζητι πωϲ αυτον ευκαιρωϲ παραδω ·

12 και τη πρωτη ημερα των αζυμων οτε το παϲχα εθυον λεγουϲιν αυτω οι μαθηται αυτου που θελιϲ απελθοντεϲ ετοιμαϲωμεν ϊνα φαγηϲ το παϲχα ·

13 και αποϲτελλει δυο των μαθητων αυτοιϲ και λεγει αυτοιϲ ϋπαγεται ειϲ την πολιν και απαντηϲι ϋμι ανθρωποϲ κεραμιον ϋδατοϲ βαϲταζων · ακολουθηϲατε αυτω ·

14 και οπου εαν ειϲελθη ειπατε τω οικοδεϲποτη οτι ο διδαϲκαλοϲ λεγει · που εϲτι το καταλυμα μου οπου το παϲχα μετα των μαθητω μου φαγω ·

15 και αυτοϲ ϋμιν δειξει αναγαιον μεγα εϲτρωμενον ετοιμον · κακει ετοιμαϲαται ημιν ·

16 και εξηλθον οι μαθηται (αυτού καὶ ἦλθον) ειϲ την πολιν και ευρον καθωϲ ειπεν αυτοιϲ · και ητοιμαϲαν το παϲχα ·

17 και οψιαϲ γενομενουϲ ερχεται μετα των δωδεκα :

18 και ανακειμενω αυτων και εϲθιοντων ο ιϲ ειπεν αμην λεγω ϋμι οτι ειϲ εξ υμων παραδωϲει με ο εϲθιων μετ εμου ·

19 (οἱ δὲ) ηρξαντο λυπιϲθαι και λεγιν αυτω ειϲ κατα ειϲ μητι εγω : (καὶ ἄλλοc· Μήτι ἐγώ)

20 ο δε ειπεν αυτοιϲ ειϲ των δωδεκα · ο εμβαπτομενοϲ μετ εμου ειϲ το τρυβλιον ˙

21 οτι ο μεν υϲ του ανθρωπου ϋπαγι καθωϲ γεγραπται περι αυτου · ουαι δε τω ανω εκινω · δι ου ο υϲ του ανθρωπου παραδιδοται · καλο ην αυτω ει ουκ εγεννηθη ο ανθρωποϲ εκεινοϲ

22 και εϲθιοντων αυτω λαβων ο ιϲ αρτον εκλαϲεν ευλογηϲαϲ και εδωκεν αυτοιϲ και ειπεν λαβετε (φάγετε) τουτο εϲτιν το ϲωμα μου ·

23 και λαβω ποτηριον ευχαριϲτηϲαϲ εδωκεν αυτοιϲ και επιον εξ αυτου παντεϲ ·

24 και ειπεν αυτοιϲ τουτο εϲτιν το αιμα μου τηϲ (καινῆc) διαθηκηϲ το (περὶ πολλῶν) εκχυννομενον ϋπερ πολλων ·

25 αμην λεγω ϋμιν οτι (οὐκέτι) ου μη πιω εκ του γενηματοϲ τηϲ αμπελου · εωϲ τηϲ ημεραϲ εκεινηϲ οταν αυτο πινω καινον εν τη βαϲιλεια του θυ ˙

26 και ϋμνηϲαντεϲ εξηλθον ειϲ το οροϲ των ελαιων ˙

27 και λεγει αυτοιϲ ο ιϲ οτι παντεϲ ϲκαδαλιϲθηϲεϲθαι (ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ·) · οτι γεγραπται παταξω τον ποιμενα και τα προβατα διαϲκορπιϲθηϲονται·

28 αλλα μετα το εγερθηναι με προαξω ϋμαϲ ειϲ τη γαλιλαιαν :

29 ο δε πετροϲ εφη αυτω ˙ ει και παντεϲ ϲκαδαλιϲθηϲονται · αλλ ουκ εγω

30 και λεγει αυτω ο ιϲ αμην λεγω ϲοι οτι ϲημερον ταυτη τη νυκτι πριν (ἢ δὶc) αλεκτορα φωνηϲαι · τριϲ με απαρνηϲει ·

31 ο δε (Πέτροc) εκπεριϲϲωϲ ελαλει (μᾶλλον) · εαν με η ϲυναποθανιν ϲοι ου μη ϲε απαρνηϲωμε ομοιωϲ δε και πατεϲ ελεγον ·

32 και ερχονται ειϲ χωριο · ὁυ το ονομα γεθϲημανει και λεγει τοιϲ μαθηταιϲ αυτου · καθιϲατε ωδε · εωϲ προϲευξωμαι ·

33 και παραλαμβανει (τὸν) πετρο και ιακωβον και ϊωαννην μετ αυτου και ηρξατο εκθαμβειϲθαι και αδημονιν

34 και λεγει αυτοιϲ περιλυποϲ εϲτιν η ψυχη μου · εωϲ θανατου μινατε ωδε και γρηγορειτε ˙

35 και προελθων μικρον (ἔπεcεν ἐπὶ πρόcωπον) επιπτεν επι τηϲ γηϲ · και προϲηυχετο ει δυνατο (ἐcτι) παρελθιν απ αυτου η ωρα ·

36 και ελεγεν αββα ο πατηρʼ παντα δυνατα ϲοι παρενεγκαι το ποτηριον τουτο απ εμου · αλλ ου τι εγω θελω · αλλα τι ϲυ ˙

37 και ερχεται και ευριϲκει αυτουϲ καθευδονταϲ · και λεγει τω πετρω ϲιμων καθευδιϲ · ουκ ϊϲχυϲαϲ μιαν ωραν γρηγορηϲαι

38 γρηγορειτε και προϲευχεϲθαι ϊνα μη ελθηται ειϲ πιραϲμον · το μεν πνα προθυμον η δε ϲαρξ αϲθενηϲ ·

39 και παλιν απελθων προϲηυξατο τον αυτο λογον ειπων ·

40 και παλιν ελθων (ὑποστρέψας) ευρεν αυτουϲ καθευδονταϲ · ηϲαν γαρ αυτων οι οφθαλμοι καταβεβαρημενοι και ουκ ηδιϲαν τι αποκριθωϲιν αυτω ·

41 και ερχεται το τριτον και λεγει αυτοιϲ καθευδετε το λοιπον και αναπαυεϲθε · απεχει · ηλθε η ωρα ˙ ϊδου παραδιδοται ο υϲ του ανθρωπου ειϲ ταϲ χιραϲ των αμαρτωλω ·

42 εγειρεϲθε αγωμε · ϊδου ο παραδιδουϲ με ηγγιϲεν :

43 και ευθυϲ ετι αυτου λαλουντοϲ παραγεινεται ϊουδαϲ (ὁ Ἰcκαριὼτηc) ειϲ των δωδεκα · και μετ αυτου οχλοϲ (πολὺς) μετα μαχαιρων και ξυλων (ἀπεσταλμένοι) παρα των αρχϊερεων και των γραμματεων και (τῶν) πρεϲβυτερων :

44 δεδωκει δε ο παραδιδουϲ αυτον ϲυνϲημον αυτοιϲ λεγων · ον αν φιληϲω αυτοϲ εϲτιν κρατηϲατε αυτον και απαγετε αϲφαλωϲ

45 και ελθων ευθυϲ και προϲελθων αυτω λεγει (χαῖρε) ραββει · και κατεφιληϲεν αυτον

46 οι δε επεβαλαν (ἐπ’ αὐτὸν) ταϲ χιραϲ αυτων και εκρατηϲαν αυτον :

47 ειϲ δε (τιc) των παρεϲτηκοτων ϲπαϲαμενοϲ τη μαχαιραν και επεϲεν τον δουλο του αρχϊερεωϲ και αφιλεν αυτου το ωταριον

48 και αποκριθειϲ ο ιϲ ειπεν αυτοιϲ ωϲ επι ληϲτην εξηλθαται μετα μαχαιρων και ξυλων ϲυλλαβιν με ·

49 καθ ημεραν ημην προϲ υμαϲ εν τω ϊερω διδαϲκων και ουκ εκρατηϲαται με · αλλ ινα πληρωθωϲιν αι γραφαι ˙

50 και αφεντεϲ αυτον εφυγον παντεϲ

51 και νεανιϲκοϲ τιϲ . ϲυνηκολουθει αυτω περιβεβλημενοϲ ϲινδονα επι γυμνου · και κρατουϲιν αυτον (οἱ νεανίcκοι) :

52 ο δε καταλιπων τη ϲινδονα γυμνοϲ εφυγεν (ἀπ’ αὐτῶν) ·

53 και απηγαγον τον ιν προϲ τον αρχϊερεα · και ϲυνερχονται (αὐτῷ) πατεϲ οι αρχϊεριϲ και οι πρεϲβυτεροι κ(αι) οι γραμματειϲ ˙

54 και ο πετροϲ απο μακροθεν ηκολουθηϲεν αυτω εωϲ εϲω ειϲ την αυλητου αρχιερεωϲ και ην ϲυνκαθημενοϲ μετα των ϋπηρετων και θερμαινομενοϲ προϲ το φωϲ ˙

55 οι δε αρχϊερειϲ και > ολον το ϲυνεδριον εζητουν κατα του ιυ μαρτυριαν ειϲ το θανατωϲαι αυτον · και ουχ ευριϲκον ·

56 πολλοι γαρ εψευδομαρτυρου κατ αυτου και ϊϲαι αι μαρτυριαι ουκʼ ηϲαν ˙

57 και τινεϲ αναϲτατεϲ εψευδομαρτυρουν κατ αυτου λεγοντεϲ ·

58 οτι (Ἡμεῖc ἠκούcαμεν αὐτοῦ λέγοντοc) ειπεν οτι εγω καταλυ>ϲω τον ναον τουτον τον χειροποιητον · και δια τριω ημερων αλλον αχειροποιητον οικοδομηϲω ·

59 και ουδε ουτωϲ ϊϲη ην η μαρτυρια αυτω ·

60 και αναϲταϲ ο αρχιερευϲ ειϲ μεϲον · επηρωτηϲεν το ιν λεγων · ουκ αποκρινη ουδεν τι ουτοι ϲου καταμαρτυρουϲιν

61 ο δε ιϲ εϲιωπα και ουκʼ απεκρινατο ουδε · παλιν ο αρχϊερευϲ επηρωτα αυτον κ(αι) λεγει αυτω ϲυ ει ο χϲ ο υϲ του (εὐλογητοῦ)θυ

62 ο δε ιϲ ειπεν εγω ειμι · και οψεϲθε τον > υϊον του ανθρωπου εκ δεξιων καθημενον τηϲ δυναμεωϲ και ερχομενον μετα των νεφελων του ουρανου ·

63 ο δε αρχϊερευϲ διαρρηξαϲ τουϲ χιτω>ναϲ αυτου λεγει ˙ τι ετι χρειαν εχομε μαρτυρων ·

64 ϊδε νυ ηκουϲατε (πάντωc) τηϲ βλαϲφημιαϲ · τι ϋμιν φαινεται οι δε παντεϲ κατε>κριναν αυτον ενοχον ειναι θανατου ·

65 και ηρξαντο τινεϲ εμπτυειν αυτω · και περικαλυπτει αυτου το προϲωπο · και κολαφιζειν αυτον και λεγειν αυ>τω προφητευϲο (ἡμῖν τίc ἐcτιν ὁ παίcαc cε) · και οι ϋπηρεται ραπιϲμαϲιν αυτον > ελαβον ˙

66 και οντοϲ του πε>τρου κατω εν τη αυλη · ερχεται μια παιδιϲκη(τῶν παιδισκῶν) του αρχϊερεωϲ

67 και ϊδουϲα τον πετρον θερμαινομενον εμβλεψαϲα > αυτω λεγει · και ϲυ μετα του ιυ ηϲθα του ναζαρηνου ·

68 ο δε ηρνηϲατο λεγω ουτε οιδα · ουτε επιϲταμαι ϲυ τι λεγειϲ · και εξηλθεν εξω ειϲ το προαυλιον (καὶ ἀλέκτωρ ἐφώνησε)

69 και η παιδιϲκη ϊδουϲα αυτον ηρξατο > παλιν λεγειν τοιϲ παρεϲτωϲιν · οτι > ουτοϲ εξ αυτων εϲτιν

70 ο δε παλιν ηρνειτο (καὶ) μετα μεικρον > παλιν οι παρεϲτωτεϲ ελεγον τω πετρω αληθωϲ εξ αυτων ει · και γαρ γαλειλαιοϲ ει (καὶ ἡ λαλιά cου ὁμοιάζει) ·

71 ο δε ηρξατο αναθεματιζειν και ομνυειν · οτι ουκ οιδα το ανθρωπον (τοῦτον ὃν λέγετε) ·

72 και ευθυϲ(ἐκ δευτέρου) αλεκτωρ εφωνηϲεν και ανεμνηϲθη ο πετροϲ το ρημα ωϲ ειπεν αυτω ο ιϲ οτι πριν αλεκτορα φωνηϲαι τριϲ με απαρνηϲη(δὶc, ἀπαρνήcῃ με τρίc) και επιβαλων εκλαυϲεν :

15.

15:1 και ευθυϲ (ἐπὶ τὸ) πρωϊ ϲυμβουλιον ετοιμαϲαντεϲ(ποιήcαντεc) οι αρχϊερειϲ μετα των πρεϲβυτερων και τω γραμματεων και ολον το ϲυνεδριο δηϲαντεϲ τον ιν απηνεγκαν και παρεδωκαν πειλατω

2 και επηρωτηϲεν > αυτον ο πειλατοϲ ϲυ ει ο βαϲιλευϲ τω ϊουδαιων ˙ ο δε αποκριθειϲ αυτω λεγει ˙ ϲυ λεγειϲ

3 και κατηγορουν > αυτου οι αρχϊερειϲ πολλα (αὐτὸc δὲ οὐδὲν ἀπεκρίνατο) ·

4 ο δε πειλατοϲ πα>λιν επηρωτηϲε αυτον (λέγων) ουκ απο>κρινη ουδεν · ϊδε ποϲα ϲου κατηγορουϲιν :

5 ο δε ιϲ ουκετι ουδε απεκριθη · ωϲτε > θαυμαζειν τον πειλατον ˙

6 κατα δε εορτην απελυεν αυτοιϲ ενα δεϲμιον ονπαρητουντο ·

7 ην δε ο λεγομενοϲ βαραββαϲ μετα των ϲταϲιαϲτων δεδεμενοϲ · οιτινεϲ εν τη ϲταϲι φονον τινα πεποιηκειϲαν ·

8 και ανα>βαϲ ο οχλοϲ ηρξατο αιτειϲθαι καθωϲ (ἀεὶ) εποιει αυτοιϲ :

9 ο δε πειλατοϲ απεκριθη αυτοιϲ λεγων θελετε απολυϲω ϋμι τον βαϲιλεα των ϊουδαιων

10 εγνωκει γαρ οτι δια φθονον παραδεδωκειϲαν αυτον οι αρχϊερειϲ ·

11 οι δε αρχϊερειϲ ανεϲειϲαν τον οχλον ϊνα μαλλον τον βαραββαν απολυϲη αυτοιϲ ˙ :

12 ο δε πειλατοϲ παλιν αποκριθειϲ ελεγεν αυτοιϲ · τι ου ποιηϲω ον λεγετε(θέλετε) τον βαϲιλεα των ϊουδαιων ·

13 οι δε παλιν εκραξαν · ϲταυρωϲο αυτον ˙

14 ο δε πειλατοϲ ελεγεν (αὐτοῖc) · τι γαρ κακο εποιηϲεν ˙ οι δε περιϲϲωϲ εκραξαν · λεγοντεϲ ϲταυρωϲον αυτο ·

15 ο δε πειλατοϲ βουλομενοϲ ποιηϲαι το ϊκανον τω οχλω απελυϲεν αυτοιϲ τον βαραββαν · και παρεδωκε τον ιν φραγελλωϲαϲ ϊνα ϲτρθη

16 οι δε ϲτρατιωται απηγαγον αυτον εϲω τηϲ αυληϲ · ο εϲτιν πραιτωριον και ϲυκαλουϲιν ολην > > την ϲπειραν

17 και εδιδυϲκουϲιν αυτοπορφυραν και περιτιθεαϲιν αυτω πλεξαντεϲ ακανθινο ϲτεφανον

18 και ηρξαντο αϲπαζεϲθαι αυτον και λεγειν · χαιρε βαϲιλευ των ϊουδαιων

19 και ετυπτον αυ>του την κεφαλην καλαμω και ενε>πτυον αυτω · και > τιθεντεϲ τα γονατα προϲεκυνουν αυτω ·

20 και οτε ενεπαιξαν αυτω εξεδυϲαν αυτον την πορφυραν και ενεδυϲαν αυτον τα ϊδια ϊματια αυτου · και εξαγουϲιν αυτον ϊ>να ϲταυρωϲωϲιν ·

21 και εγγαρευουϲιν παραγοντα τινα ϲιμωνα κυρηναιον ερχομενον > απ αγρου τον πατερα αλεξανδρου και ρουφου · ϊνα αρη τον ϲταυρον · αυτου

22 και φερουϲιν αυτον επι τον γολγοθαν (τόπον) οπερ εϲτι μεθερμηνευομενον κρανιου τοποϲ

23 και εδιδουν αυτω (πιεῖν) εϲμυρνιϲμενο οινον · οϲ δε ουκ ελαβεν

24 και ϲταυρωϲαντεϲ αυτον διαμεριζοται τα ϊματια εαυτου βαλλοντεϲ > κληρον επ αυτα ˙ τιϲ τι αρη

25 ην δε ωρα τριτη · κ(αι) εϲταυρωϲαν αυτον ˙

26 και ην η επιγραφη τηϲ αιτιαϲ αυτου επιγεγραμμενη · ο βαϲιλευϲ των ϊουδαιων ˙

27 και ϲυν αυτω ϲταυρουϲιν δυο ληϲταϲ ενα εκ δεξιων κ(αι) ενα εξ ευωνυμω αυτου

28 (καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴ ἡ λέγουσα· καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη.)

29 και οι παραπορευομενοι εβλαϲφημουν αυτον κεινουντεϲ ταϲ κεφαλαϲ αυτων κ(αι) λεγοντεϲ · ουα · ο καταλυων τον ναον και εν τριϲιν ημεραιϲ οικοδομων

30 ϲωϲον > ϲεαυτον · κατα>βαϲ απο του ϲταυρου

31 ομοιωϲ και οι αρ>χϊερειϲ εμπαιζοτεϲ προϲ αλληλουϲ μετα των γραμματεων ελεγον · αλλουϲ εϲωϲεν εαυτον ου δυναται ϲωϲαι ·

32 ο χϲ ο βαϲιλευϲ (τοῦ) ϊϲραηλ · καταβατω νυν απο του ϲταυρου · ϊνα ϊδωμεν και πιϲτευϲωμεν (αὐτῷ) · και οι ϲυνεϲταυρωμενοι ϲυν αυτω ωνειδιζον αυτον ·

33 και γενομενηϲ ωραϲ εκτηϲ ϲκοτοϲ εγενετο εφ ολην > την γην εωϲ ωραϲ ενατηϲ

34 και τη ενατη ωρα > εβοηϲεν ο ιϲ φωνη μεγαλη (λέγων)· ελωϊ ελωϊ λεμα ϲαβακτανει · ο εϲτιν μεθερμηνευομενον · ο θϲ μου ο θϲ μου · ειϲ τι εκατελιπεϲ με

35 και τινεϲ των παρεϲτωτων ακουϲαντεϲ ελεγον ˙ ϊδε ηλειαν φωνει ·

36 δραμων δε τιϲ(εἷς) και γεμιϲαϲ ϲπογγον οξουϲ περιθειϲ καλαμω εποτιζεν αυτον λεγων · α>φεϲ ϊδωμεν · ει ερ>χεται ηλειαϲ καθελειν αυτον ˙

37 ο δε ιϲ αφειϲ φωνη μεγαλην εξεπνευϲεν ·

38 και το καταπεταϲμα του ναου εϲχιϲθη ειϲ δυο απο ανω>θεν εωϲ κατω ·

39 ϊδων δε ο κεντυριων ο παρεϲτηκωϲ εξ εναντιαϲ αυτου · οτι ουτωϲ (κράξας) εξεπνευϲεν · ειπεν αληθωϲ ουτοϲ ο ανθρωποϲ · ϋϊοϲ θυ ην

40 ηϲαν δε και γυναι>κεϲ απο μακροθε θεωρουϲαι εν αιϲ (ἦν) και μαρια η μαγδαληνη · και μαρια η ϊακωβου του μι>κρου · και ϊωϲη μητηρ · και ϲαλωμη ·

41 αι (καὶ) οτε ην εν τη γα>λειλαια ηκολουθου αυτω · και διηκο>νουν αυτω και αλλαι πολλαι αι ϲυαναβαϲαι αυτω ειϲ ϊεροϲολυμα ·

42 και ηδη οψειαϲ γενομενηϲ επει ην παραϲκευη ο ε>ϲτιν προϲαββατο ·

43 ελθων ϊωϲηφ ο απο αρειμαθαιαϲ ευϲχημων βουλευτηϲ (ὃc) και αυτοϲ ην προϲδεχομενοϲ την βαϲιλειαν του θυ τολμηϲαϲ · ειϲηλθεν προϲ τον πειλατον και ητηϲατο το ϲωμα του ιυ

44 ο δε πειλατοϲ εθαυμαζεν · ει ηδη τεθνηκεν και προϲκαλεϲαμενοϲ το κεντυριωνα επηρωτηϲεν αυτον · ει παλαι απεθανε

45 και γνουϲ απο του κεντυριωνοϲ εδωρηϲατο το πτωμα(σῶμα) τω ϊωϲηφ

46 και αγοραϲαϲ ϲινδονα καθελων αυτον ενειληϲεν τη ϲινδονι · και (κατ)εθη>κεν αυτον εν μνηματι(μνημείῳ) ο ην λελατομημενον εκ πετραϲ · και προϲεκυλιϲεν λιθον μεγα επι την θυραν > του μνημειου

47 (ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία Ἰωcῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται)

16.

16:1 (Καὶ διαγενομένου τοῦ cαββάτου) η δεμαρια η μαγδαληνη και μαρια η ϊακωβου · και ϲαλωμη ηγοραϲαν αρωματα ϊνα ελθου>ϲαι αλιψωϲιν αυτον :

2 και λιαν πρωϊ · τη μια των ϲαββατω ερχονται επι το > μνημα(μνημεῖον) ανατιλατοϲ του ηλιου ˙

3 και ελεγον προϲ > εαυταϲ τιϲ αποκυλιϲει ημιν τον > λιθον εκ τηϲ θυ>ραϲ του μνημειου ˙

4 και αναβλεψαϲαι θεωρουϲιν ανακεκυλιϲμενο τον(ὅτι ἀποκεκύλιcται) λιθον · ην γαρ μεγαϲ ϲφοδρα

5 και ειϲελθουϲαι ειϲ το μνημειον · ει>δον νεανιϲκον καθημενον εν τοιϲ δεξιοιϲ περιβεβλημενον ϲτολην λευκην · και εξεθαμβηθη>>ϲαν ˙

6 ο δε λεγει αυταιϲ μη εκθαμβειϲθε · ϊηϲουν ζητει>τε (τὸν Ναζαρηνὸν) τον εϲταυ>ρωμενον ηγερθη ουκ εϲτιν > ωδε ιδε ο τοποϲ οπου εθηκαν > αυτον

7 αλλα υπαγετε ειπατε τοιϲ μαθηταιϲ αυτου και τω πετρω · οτι προαγει ϋ>μαϲ ειϲ την γαλειλαιαν · εκει > αυτον οψεϲθε καθωϲ ειπεν > ϋμιν ·

8 και εξελθουϲαι εφυγον απο > > του μνημειου · ειχεν γαρ αυταϲ τρομοϲ και εκ>ϲταϲιϲ · και ου>δενι ουδεν ει>πον εφοβουντο γαρʼ.

(9 ᾿Αναστὰς δὲ πρωῒ πρώτῃ σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ᾿ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια.

10 ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι.

11 κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ᾿ αὐτῆς, ἠπίστησαν.

12 Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις εἰς ἀγρόν.

13 κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς· οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν.

14 ῞Υστερον ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν.

15 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει.

16 ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται.

17 σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς·

18 ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν.

19 ῾Ο μὲν οὖν Κύριος μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ.

20 ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. ἀμήν. )

Φιλίστωρ